Στην ηλεκτρονική εφημερίδα “itn Ελληνικός Τουρισμός” που κυκλοφόρησε την Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2022, γράφει o Θοδωρής Βασιλείου για τον πλόυτο της ελληνικής φύσης.

Το έντονο εδαφικό ανάγλυφο της Ελλάδας, το μεγάλο μήκος ακτών και τα πολυάριθμα νησιά διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερα ποικίλο φυσικό τοπίο, ευνοούν τη γεωγραφική απομόνωση πληθυσμών και συμβάλλουν σε αυξημένα ποσοστά ενδημισμού. Για τους λόγους αυτούς, η ελληνική φύση παρουσιάζει εξαιρετικό πλούτο

Η ποικιλία των βιολογικών ειδών έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε ένα από τα κύρια αντικείμενα των προσπαθειών προστασίας του περιβάλλοντος, εκ μέρους των διεθνών οργανισμών.

Ως Βιολογική Ποικιλότητα ορίζεται/εννοείται η ποικιλομορφία που εμφανίζεται ανάμεσα στους ζωντανούς οργανισμούς όλων των ειδών των χερσαίων, θαλάσσιων και άλλων υδάτινων οικοσυστημάτων και οικολογικών συμπλεγμάτων στα οποία οι οργανισμοί αυτοί ανήκουν.

Διακρίσεις της βιοποικιλότητας

Η βιοποικιλότητα θα μπορούσε να διακριθεί σε τρία βασικά δομικά επίπεδα, δηλαδή

α) την γενετική ποικιλότητα

β) την οργανισμική ποικιλότητα (ποικιλότητα των ειδών)

 γ) την οικολογική ποικιλότητα (ποικιλότητα οικοσυστημάτων)

Μέτρηση της βιοποικιλότητας

Ο απλούστερος δείκτης της ποικιλότητας είναι φυσικά ο αριθμός των ειδών της βιοκοινότητας , δηλαδή ο πλούτος ή η πυκνότητα των ειδών (species richness ή species density). (Καρανδεινός, 2007: 138)

Στην πράξη, για τη μέτρηση της βιολογικής ποικιλότητας χρησιμοποιείται ο δείκτης της αφθονίας των ειδών.

Ο κόσμος των ζωντανών οργανισμών διακρίνεται από απεριόριστη και θαυμαστή πολυπλοκότητα.  Εκτιμάται ότι κάθε δεκαετία εξαλείφεται το 1-8% (ανάλογα με την ομάδα) των ειδών του πλανήτη, ενώ τα περισσότερα από τα είδη που έζησαν στη Γη έχουν εξαφανιστεί, σε ποσοστό που υπερβαίνει το 99%.

Σήμερα, ο εκτιμώμενος αριθμός ειδών Βιόσφαιρας κυμαίνεται από 5 έως 100 εκατομμύρια, με πιθανότερη τιμή γύρω στα 12,5 εκατομμύρια. Από αυτά, μόνο 1,7 εκατ. είδη έχουν περιγραφεί και ταξινομηθεί από την επιστήμη.

Ο σημερινός ρυθμός εξαφάνισης ειδών είναι μεταξύ 50 και 1000 φορές μεγαλύτερος του φυσικού ρυθμού. Το 1996 θεωρούνταν ως απειλούμενα το 25% των θηλαστικών, το 11% των πτηνών, περισσότερο από το 25% των ψαριών του γλυκού νερού και ένα σημαντικά υψηλότερο ποσοστό ασπόνδυλων ζώων.

Υπολογίζεται ότι μέχρι το 2100 θα μειωθεί η βιοποικιλότητα στο ένα τρίτο των ειδών που υπάρχουν σήμερα.

Η βιοποικιλότητα στην Ελλάδα

Η Ελλάδα φιλοξενεί μια ιδιαίτερα σημαντική ποικιλία ειδών, οικοσυστημάτων και τοπίων, γεγονός που αποδίδεται στη γεωγραφική της θέση, άμεσο αποτέλεσμα της οποίας είναι η μεγάλη διαφοροποίηση του κλίματος που κυμαίνεται από μεσογειακό στα νότια μέχρι και ηπειρωτικό (κεντροευρωπαϊκό) στα βόρεια και στις περιοχές με μεγάλο υψόμετρο, επηρεάζοντας αντίστοιχα τα επιφανειακά ύδατα, τη χλωρίδα και την πανίδα.

Το έντονο εδαφικό ανάγλυφο της Ελλάδας, το μεγάλο μήκος ακτών και τα πολυάριθμα νησιά διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερα ποικίλο φυσικό τοπίο, ευνοούν τη γεωγραφική απομόνωση πληθυσμών και συμβάλλουν σε αυξημένα ποσοστά ενδημισμού. Για τους λόγους αυτούς, η ελληνική φύση παρουσιάζει εξαιρετικό πλούτο, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται στην πρώτη θέση μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά το μικρό μέγεθος της χώρας.

 Έως σήμερα έχουν καταγραφεί 23.130 είδη ζώων της ξηράς και των γλυκών νερών και άλλα 3.500 θαλάσσια είδη. Επίσης έχουν καταγραφεί 3.956 ενδημικά είδη της ξηράς και των γλυκών νερών, σε συγκεκριμένες δε ομάδες ζώων το ποσοστό ενδημισμού φτάνει το 64%. Η Ελλάδα αποτελεί σημαντική περιοχή για την ευρωπαϊκή και τη μεσογειακή πανίδα και χλωρίδα.

Η χλωρίδα του ελλαδικού χώρου είναι από τις πλουσιότερες της Ευρώπης και περιλαμβάνει το 30% περίπου της χλωρίδας ολόκληρης της παραμεσογείου περιοχής.

Για την Ελλάδα αναφέρονται 5500 είδη χλωρίδας ανώτερων φυτών. Περίπου 4% των ειδών θεωρούνται απειλούμενα και ένα ίσο ποσοστό προστατεύεται βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας.

adam kool ndN00KmbJ1c unsplash

Οι οικότοποι της χώρας

H Ελλάδα φιλοξενεί 85 τύπους οικοτόπων του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, εκ των οποίων σχεδόν το ένα τρίτο ανήκουν στην κατηγορία των δασών (27 τύποι ή 32%). Οι παράκτιοι και αλοφυτικοί οικότοποι αντιπροσωπεύουν περίπου το 16,4% των τύπων οικοτόπων Κοινοτικού ενδιαφέροντος που απαντούν στην Ελλάδα (14 από τους 85 τύπους) και κατά φθίνουσα σειρά ακολουθούν οι οικότοποι γλυκών υδάτων (9 ή 10,6%),

οι παράκτιες θίνες και οι φυσικές και ημιφυσικές χλοώδεις διαπλάσεις (από 8 τύπους ή 9,4% η κάθε κατηγορία), οι λόχμες με σκληρόφυλλη βλάστηση (7 τύποι ή 8,2%), οι βραχώδεις οικότοποι και τα σπήλαια (6 τύποι ή 7%) οι τυρφώνες και βάλτοι (4 τύποι ή 4,7%), και τέλος, τα εύκρατα χέρσα εδάφη και οι λόχμες (2 τύποι ή 2,3%).

Το 58% των τύπων που απαντούν στην Ελλάδα, βρίσκονται σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, 26 τύποι (30%) βρίσκονται σε ανεπαρκή κατάσταση και 7 τύποι οικοτόπων εντοπίζονται σε κακή κατάσταση διατήρησης. Οι 7 αυτοί τύποι ανήκουν όλοι στην κατηγορία «παράκτιοι και αλοφυτικοί οικότοποι», στοιχείο που δηλώνει ότι οι μισοί από τους οικοτόπους αυτής της κατηγορίας (7 από 14) βρίσκονται σε κακή κατάσταση.

Η σημασία της διατήρησης της βιοποικιλότητας

Η διατήρηση της βιοποικιλότητας έχει μεγάλη σημασία, κυρίως επειδή η εξαφάνιση ενός είδους χλωρίδας ή πανίδας αποτελεί ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική απώλεια, δεδομένου ότι κανένας φυσικός μηχανισμός, αλλά ούτε και η σύγχρονη τεχνολογία είναι σε θέση να την ξαναδημιουργήσει.

Η σημασία της βιοποικιλότητας για τη διατήρηση της ζωής πάνω στη Γη και ιδιαίτερα για το ανθρώπινο είδος είναι προφανής. Οι βιολογικοί πόροι και η ποικιλία τους με τα “αγαθά” που εξασφαλίζουν (π.χ. τροφή, φαρμακευτικές ουσίες, οικοδομικά υλικά, καύσιμα, βιομηχανικές πρώτες ύλες κ.ά.) και οι ‘υπηρεσίες’ των φυσικών οικοσυστημάτων (π.χ. καθαρισμός του αέρα και του νερού, αποδόμηση αποβλήτων κ.ά.) συνιστούν παράγοντες πρωταρχικής σημασίας για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και την ανάπτυξη του πολιτισμού.

Τα κυριότερα επίπεδα εκμετάλλευσης αφορούν στην παροχή τροφής (π.χ. κρέας, φρούτα, λαχανικά), στη συμβολή της βιοποικιλότητας στην ιατρική (π.χ. παρασκευάσματα και φάρμακα βασισμένα σε φυτικά ή μικροβιακά προϊόντα ή σε παράγωγα και συνθετικές μορφές τους, χρήση ζώων ως πειραματόζωα), στο βιολογικό έλεγχο των καλλιεργειών (π.χ. χρήση ειδών ως φυσικοί εχθροί άλλων επιβλαβών ειδών σε καλλιέργειες), στην παροχή βιομηχανικών υλικών (π.χ. κατασκευαστικά υλικά όπως ίνες, χρώματα, ρετσίνι, ελαστικά, ξυλεία), στις καλλιέργειες αναψυχής και τον οικοτουρισμό (π.χ. κυνήγι, ψάρεμα, εκτροφή ζώων και έκθεσή τους σε μουσεία, ενυδρεία ή ζωολογικούς κήπους).

Έμμεση χρηστική αξία

Η έμμεση χρηστική αξία της βιοποικιλότητας πηγάζει από τις πολλαπλές λειτουργίες της, οι οποίες συνεισφέρουν στην ποιότητα ζωής του ανθρώπου.

Ορισμένες από τις υπηρεσίες του οικοσυστήματος είναι καθαρισμός του αέρα και του νερού, αποδόμηση αποβλήτων, μερική σταθεροποίηση του κλίματος, ανακύκλωση θρεπτικών συστατικών, δημιουργία εδάφους και αυξηση της γονιμοτητας του, προστασία από τη διάβρωση, τις πλημμύρες και την ξηρασία, επικονίαση καλλιεργούμενων φυτών και έλεγχος των ζιζανίων, δυνατότητες βελτίωσης των οικονομικά εκμεταλλεύσιμων ποικιλιών και αύξηση της απόδοσης των αγροτικών δραστηριοτήτων, δυνατότητες ανάπτυξης της βιοτεχνολογίας και του ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ, αισθητική απόλαυση κ.ά.

Για το λόγο αυτό, η προστασία για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας σήμερα, θα παρέχει στις μελλοντικές γενιές τη δυνατότητα να διατηρήσουν και να εκτιμήσουν την ποικιλία των ειδών. Αυτό μας οδηγεί στην κληρονομική αξία, δηλαδή τη δυνατότητα να περάσουμε τη βιοποικιλότητα ανέπαφη (όσο είναι δυνατόν) στις μελλοντικές γενιές.

Απειλές της σύγχρονης βιοποικιλότητας

Δεν αμφισβητείται ότι είμαστε μάρτυρες της μεγαλύτερης εξαφάνισης ειδών στην ιστορία.

Οι σημαντικότεροι λόγοι υποβάθμισης της βιοποικιλότητας είναι:

α) Η καταστροφή ή κατάτμηση οικολογικών ενδιαιτημάτων (χώροι τροφής, αναπαραγωγής κλπ), περιλαμβανομένων των αλλαγών χρήσεων γης (κυρίως λόγω της απόδοσής τους στη γεωργία), των διευθετήσεων των ποταμών και των απολήψεων νερού από αυτούς, της απώλειας των κοραλλιογενών σχηματισμών και της βλάβης στους πυθμένες τους.

β) Η υπερβολική εκμετάλλευση (αλιεία, υλοτομία, θήρα, εμπόριο κλπ), γ) Η εισαγωγή ξενικών ειδών στα οικοσυστήματα η οποία έχει αυξηθεί από τις αυξημένες μετακινήσεις λόγω εμπορίου και ταξιδιών, περιλαμβανομένου και του τουρισμού, δ) Η τοξική ρύπανση τροφικών αλυσίδων.

ε) Η ρύπανση νερών, αέρα, εδάφους κλπ

στ) Η προοπτική κλιματικής αλλαγής και ειδικότερα οι αυξήσεις στη θερμοκρασία.

Η κλιματική αλλαγή όλο και περισσότερο αναγνωρίζεται ως σοβαρή απειλή, ιδίως σε ό,τι αφορά τα παράκτια, αλπικά και αρκτικά είδη και ενδιαιτήματα. Ειδικά για τη βιοποικιλότητα στις παράκτιες και θαλάσσιες περιοχές της Μεσογείου, οι απειλές, όπως έχουν αναγνωρισθεί στο Στρατηγικό Πρόγραμμα Δράσης στο πλαίσιο της Σύμβασης της Βαρκελώνης (2003), είναι η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα στην παράκτια ζώνη, περιλαμβανομένου του τουρισμού, η αλιεία σε ευαίσθητα οικοσυστήματα

(π.χ. Λιβάδια Ποσειδωνίας, κοραλλιογενείς περιοχές, μικρούς όρμους και σπηλιές), η παράνομη αλιεία, η υπεραλίευση και η απουσία δεδομένων παρακολούθησης, η εισβολή ξενικών ειδών, η κατασκευή φραγμάτων, η ρύπανση, παγκόσμια φαινόμενα (π.χ. ερημοποίηση, διάβρωση εδαφών, ανύψωση της στάθμης, αύξηση της αλατότητας και της θερμοκρασίας της θάλασσας), και το εμπόριο απειλούμενων ειδών.

Για το λόγο αυτό, πολλές διεθνείς οργανώσεις συμβάλλουν στην καταγραφή, προστασία και διάσωση της βιοποικιλότητας.

Κάποιοι από τους σημαντικότερους φορείς για τη διατήρηση και προστασία της βιοποικιλότητας είναι: η Διεθνής Ένωση Προστασίας της Φύσης (International Union Conservation of Nature – IUCN) και ο θυγατρικός της φορέας, το Παγκόσμιο Ταμείο για την Άγρια Ζωή (World Wildlife Fund – WWF) καθώς και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Πληροφόρησης για τη Βιοποικιλότητα (Global Biodiversity Information Facility – GBIF) με στόχο να καταστήσει τα δεδομένα της βιοποικιλότητας παγκοσμίως διαθέσιμα.

40 41 VASILEIOU 1
https://itnnews.gr/wp-content/uploads/2022/02/ITN_10022022.pdf