Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και δημοσιογράφος Στέλιος Κούλογλου δημοσίευσε στην ιστοσελίδα tvxs.gr ένα ενδιαφέρον και διαφωτιστικό άρθρο σχετικά με πρόσφατη μελέτη τριών ερευνητών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που, όπως τονίζει, δίνει μια επιπλέον εξήγηση για τα απανωτά περιστατικά αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας που καταγράφονται το τελευταίο διάστημα στη χώρα. Συγκεκριμένα ο κύριος Κούλογλου αναφέρει στο άρθρο του:

«Μια πρόσφατη μελέτη τριών ερευνητών του γνωστού μας Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου(ΔΝΤ), προσφέρει μια επιπλέον εξήγηση για τα συνεχή περιστατικά αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας που παρατηρούμε στην Ελλάδα.
 
Σίγουρα στην περίπτωση ΝΔ-Χρυσοχοϊδη, ισχύει η παροιμία «κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι »: η μεν δεξιά θεωρεί, από παλιά, ότι η αστυνομία λύνει  όλα τα κοινωνικά προβλήματα. Ο δε Χρυσοχοϊδης θεωρεί τον εαυτό του κάτι σαν εθνικό χωροφύλακα και έχει μια έμμονη ιδέα με τους ατίθασους νέους. Και οι δύο πλευρές συμφωνούν ότι οι νέοι δεν είναι ψηφοφόροι τους, πράγμα που τους προκαλεί και εκνευρισμό: σε όλες τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις στις οποίες η ΝΔ προηγείται με 10+ μονάδες στην πρόθεση ψήφου, ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται στις ηλικίες 17-34 ετών.
 
Όμως η ανεξέλεγκτη αστυνομοκρατία, η ατιμωρησία των αστυνομικών που παρανομούν καθώς και η ανάλογη νομική θωράκιση τους  (Νόμος για διαδηλώσεις, Αστυνομία στα Πανεπιστήμια κλπ) έχει και βαθύτερες αιτίες: τον φόβο για το τι θα γίνει μετά το τέλος της πανδημίας. Το ΔΝΤ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τις μεγάλες πανδημίες της ιστορίας ακολουθούσαν κοινωνικές εξεγέρσεις. Η έρευνα (από εκεί προέρχεται και η κεντρική εικονογράφηση του άρθρου) βασίζεται στη διαπίστωση ότι οι πιο φτωχές τάξεις πλήρωναν ανέκαθεν το μεγαλύτερο τίμημα των πανδημιών, όπως άλλωστε συμβαίνει και σήμερα:
 
Από την πανούκλα του Ιουστινιανού και τον Μαύρο Θάνατο(τον 14ο αιώνα) έως την Επιδημία της Γρίπης του 1918, η ιστορία είναι γεμάτη με παραδείγματα πανδημιών με μεγάλες κοινωνικές επιπτώσεις, πολιτικές αλλαγές, ανατροπές της κοινωνικής τάξης και ορισμένες φορές εξεγέρσεις…
 
Γιατί; Ένας πιθανός λόγος είναι ότι μια επιδημία μπορεί να αποκαλύψει ή να επιδεινώσει προϋπάρχουσες ανισορροπίες, όπως ανεπαρκή δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας, έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς ή αντιλήψεις περί κυβερνητικής αδιαφορίας, ανικανότητας ή διαφθοράς.

 
Οι τρεις ερευνητές αναφέρουν το παράδειγμα μιας φημισμένης εξέγερσης του 19ου αιώνα:
 
Το 1832, η μεγάλη πανδημία χολέρας έπληξε το Παρίσι. Σε λίγους μόνο μήνες, η ασθένεια σκότωσε 20.000 από τις 650.000 πληθυσμού της πόλης. Οι περισσότεροι θάνατοι σημειώθηκαν στην καρδιά της πόλης, όπου πολλοί φτωχοί εργάτες ζούσαν σε άθλιες συνθήκες και είχαν έρθει στο Παρίσι λόγω της Βιομηχανικής Επανάστασης. .. Η εχθρότητα και ο θυμός στράφηκαν σύντομα εναντίον του Βασιλιά, που δεν ήταν δημοφιλής. Η κηδεία του στρατηγού Λαμάρκ – θύμα της πανδημίας και υπερασπιστή των λαϊκών αιτημάτων – προκάλεσε μεγάλη αντικυβερνητική διαδήλωση με οδοφράγματα στους δρόμους, σκηνές που απαθανάτισε ο Βίκτορ Ουγκό στο μυθιστόρημα του “Οι Άθλιοι”.
 

Στην έρευνα παρατίθεται επίσης πίνακας (στο τέλος του άρθρου), από την ιστορία των κοινωνικών εξεγέρσεων, που δείχνει ότι είναι πιο συχνές στις πιο αδύναμες οικονομικά χώρες. Βέβαια οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις από τις πανδημίες, εμπεριέχουν πολιτικές επιλογές.  Στην Ισπανία Σοσιαλιστές και Podemos σχεδιάζουν να μειώσουν τις εργάσιμες ώρες, για να ανοίξουν θέσεις εργασίας. Η κυβέρνηση στην Ελλάδα έχει αποφασίσει να εργαλιοποιήσει την πανδημία, για να επιβάλλει νεοφιλελεύθερες αλλαγές σε όφελος των μεγάλων συμφερόντων και σε βάρος των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, που αποκαλεί ζόμπι, καθώς και των δικαιωμάτων των εργαζόμενων.
 
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη γνωρίζει επίσης ότι όσο αργεί η έξοδος από την πανδημία, τόσο η οικονομική κατάσταση χειροτερεύει. Οικονομολόγοι διεθνούς κύρους, όπως ο Τομάς Πικετί, εξηγούν ότι ήδη , το πακέτο ανάκαμψης της Κομισιόν, γενναιόδωρο στις αρχικές του προθέσεις, δεν αρκεί πλέον για να καλύψει τις αυξανόμενες ζημιές, ιδίως για τις χώρες του Νότου της Ευρώπης.
 
Μόλις προχθές η τράπεζα Barclays κατέληξε στο συμπέρασμα ότι  το ελληνικό χρέος «είναι μη βιώσιμο». Αν δεν ληφθούν μέτρα για το χρέος σε διεθνές επίπεδο-  η Γερμανία και οι χώρες του Βορρά αρνούνται καν να συζητήσουν το θέμα- το νέο μνημόνιο είναι αναπόφευκτο.
 
Οι ερευνητές παρατηρούν επίσης ότι αυτές οι αυθόρμητες εξεγέρσεις δεν ξεσπούν στη διάρκεια της πανδημίας, καθώς τότε κυριαρχούσαν φόβοι και εγκλεισμός, αλλά μετά το τέλος τους: «Εάν η ιστορία είναι πρόβλεψη, οι αναταραχές μπορεί να επανεμφανιστούν όσο η πανδημία χαλαρώνει». Πιθανότατα ο κ. Χρυσοχοϊδης δεν έχει διαβάσει την έρευνα, εδώ δεν είχε προλάβει να διαβάσει το μνημόνιο το 2010. Αλλά τόσο ο ίδιος όσο και ο κ. Μητσοτάκης αισθάνονται τον κίνδυνο», καταλήγει στο άρθρο του ο κύριος Κούλογλου.

Ασχέτως αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με το πολιτικό σκέλος των προαναφερθέντων, γεγονός είναι πως η πανδημία έχει προκαλέσει τεράστια ζημιά στην οικονομία, τέτοια που όταν έρθει η ώρα της αποτίμησης και των πραγματικών μεγεθών θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως η κρίση που ξέσπασε το 2008 θα ωχριά μπροστά της. Το πρόβλημα επιδεινώνεται και από το γεγονός πως αυτή τη φορά το θέμα αφορά τους πάντες και όχι τις «άτακτες» χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου.

Φθάνοντας στα του οίκου μας –τον τουρισμό δηλαδή- οι κίνδυνοι που διαφαίνονται δεν είναι λίγοι. Ο τουρισμός υπέστη τα πάνδεινα από τα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας και για να ανακάμψει θα πρέπει να ανακάμψει η τουριστική κίνηση και αυτό δεν μόνο στο χέρι των τουριστικών φορέων. Θα πρέπει να υπάρξει ουσιαστική και εντατική προσπάθεια από την ελληνική πλευρά στα όργανα της ΕΕ για ανοιχτά σύνορα, ελεύθερες μετακινήσεις με τα απαραίτητα υγειονομικά μέτρα και κοινούς κανόνες για τα ταξίδια εντός της Ένωσης. Εξίσου κρίσιμο είναι εντός της χώρας να υπάρχει κοινωνική ειρήνη και ομαλότητα. Οι ιθύνοντες ας έχουν κατά νου πως ο τουρισμός συνέβαλε καταλυτικά στην οικονομική ανάκαμψη και την έξοδο από τα μνημόνια την προηγούμενη δεκαετία. Αν η τωρινή κρίση είναι ανάλογη ή και χειρότερη της προηγούμενης και παράλληλα βρεθεί και ο τουρισμός στα «τάρταρα», θα είναι ένα πολύ σοβαρό ζητούμενο του πώς θα καταφέρουμε να οδηγήσουμε την οικονομία ξανά σε αναπτυξιακή τροχιά.