Στην ηλεκτρονική εφημερίδα “itn Ελληνικός Τουρισμός” που κυκλοφόρησε την Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2022, γράφει η Δώρα Χρήστου για το yachting στην Ελλάδα ως ανερχόμενος δημοφιλής προορισμός με βάση την έρευνα της διαΝΕΟσις.
Η ανάλυση της προσφοράς υπηρεσιών τουριστικών λιμένων και του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου ανέδειξαν χρήσιμα συμπεράσματα για τις δυσλειτουργίες της υφιστάμενης κατάστασης στην αγορά των τουριστικών λιμένων στην Ελλάδα.
Από τη μία πλευρά ελλείψεις υποδομών και κυρίως ολοκληρωμένης ανάπτυξης του δικτύου αλλά και θεσμικά ζητήματα (εποπτεία συστήματος τουριστικών λιμένων, πλαίσιο χωροταξίας, διαδικασία παραχωρήσεων) δημιουργούν ένα περιβάλλον το οποίο μειώνει την ελκυστικότητα του κλάδου για την προσέλκυση επενδύσεων, κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα.
Η Ελλάδα, παρά την εκτεταμένη ακτογραμμή της, υπολείπεται σε αριθμό λιμενικών υποδομών και σε θέσεις πρόσδεσης σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και ειδικότερα με τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Με μόλις 0,5 θέσεις ελλιμενισμού ανά χιλιόμετρο ακτογραμμής η Ελλάδα διαθέτει ένα δίκτυο τουριστικών λιμένων με χαμηλή πυκνότητα, ενώ και οι διαθέσιμες λιμενικές εγκαταστάσεις χαρακτηρίζονται από μικρή χωρητικότητα, προσφέροντας κατά μέσο όρο περίπου 135 θέσεις ελλιμενισμού ανά εγκατάσταση.
Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τη σημασία της διαμόρφωσης ενός επαρκούς δικτύου τουριστικών λιμενικών υποδομών, ικανού να καλύψει τόσο τις ανάγκες της εγχώριας ζήτησης όσο και των επισκεπτών της χώρας.
Η ανάλυση των στοιχείων ανέδειξε ένα σημαντικό πρόβλημα το οποίο περιορίζει τις δυνατότητες αξιοποίησης του χωροθετημένου δικτύου τουριστικών λιμένων. Πρόκειται για το ποσοστό των χωροθετημένων τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων οι οποίες έχουν κατασκευαστεί και λειτουργούν.
Μόλις το 22% των χωροθετημένων τουριστικών λιμένων και το 30,9% των χωροθετημένων θέσεων ελλιμενισμού έχει κατασκευαστεί, ενώ σε ό,τι αφορά τα τουριστικά καταφύγια και τα αγκυροβόλια τα ποσοστά κατασκευής και λειτουργίας είναι σχεδόν μηδενικά. Ως αποτέλεσμα, σε επίπεδο σχεδιασμού έχει διαμορφωθεί ένα δίκτυο τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων που, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να καλύψει τμήμα έστω των αναγκών ελλιμενισμού τουριστικών σκαφών αναψυχής, όμως ουσιαστικά το μεγαλύτερο τμήμα αυτού του δικτύου δεν έχει κατασκευαστεί.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι συμπληρωματικά προς το χωροθετημένο δίκτυο τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων υπάρχουν ανά την Ελλάδα πρόσθετες λιμενικές εγκαταστάσεις μεικτής χρήσης οι οποίες προσφέρουν θέσεις ελλιμενισμού, αλλά δεν έχει πραγματοποιηθεί καταγραφή τους ώστε να ενσωματωθούν σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό της πολιτείας.
Έχοντας καταγράψει το ισχύον θεσμικό πλαίσιο χωροθέτησης, κατασκευής, λειτουργίας και παραχώρησης τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων, διαπιστώνεται η απουσία συνολικής παρακολούθησης σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας αλλά και η απουσία μίας συνολικής εποπτείας της τουριστικής λιμενικής αγοράς.
Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, η ανάμειξη διαφορετικών υπουργείων για διαφορετικές λειτουργίες των λιμενικών εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν σκάφη αναψυχής σε συνδυασμό με την πληθώρα διαφορετικών νομικών οντοτήτων που αποτελούν τους Φορείς Διαχείρισης και Εκμετάλλευσης Τουριστικών Λιμένων συντηρούν μία γραφειοκρατική δομή και εν μέρει λειτουργία της αγοράς, γεγονός το οποίο αποτελεί παράγοντα μείωσης της ελκυστικότητας της αγοράς για ιδιωτικές επενδύσεις.
Οικονομικά Οφέλη
Η ανάλυση της ελληνικής τουριστικής λιμενικής αγοράς ανέδειξε ένα ολοκληρωμένο δίκτυο χωροθετημένων τουριστικών λιμενικών υποδομών το οποίο χρήζει ελάχιστων παρεμβάσεων, το οποίο όμως δεν έχει πλήρως αναπτυχθεί, στερώντας από την Ελλάδα ένα λειτουργικό δίκτυο τουριστικών λιμένων προς όφελος της εθνικής και τοπικής οικονομίας.
Ως προς τον οικονομικό αντίκτυπο, υπάρχει σειρά μελετών που προσεγγίζουν την προστιθέμενη αξία κυρίως του θαλάσσιου τουρισμού, και μέσω αυτού των τουριστικών λιμένων, στην εθνική οικονομία. Η μελέτη του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (2012) υπολόγισε τα συνολικά έξοδα του yachting στα €607.233.900 και σε 3.063 άμεσες θέσεις εργασίας μόνο στα σκάφη που ελλιμενίζονται στην Αττική.
Ο υπολογισμός όμως των εξόδων αποτελεί τμήμα των συνολικών εσόδων που παράγει η συγκεκριμένη δραστηριότητα στην εθνική οικονομία. Η μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου των Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ, 2018) εκτίμησε τα συνολικά έσοδα του yachting στα €800 εκατ. και την άμεση απασχόληση στις 11.500 θέσεις εργασίας. Η μελέτη της Ένωσης Μαρινών Ελλάδας (2019) υπολογίζει τα συνολικά έσοδα σε €1.016 εκατ. και τη συνολική απασχόληση στις 43.626 θέσεις εργασίας, με τις 10.903 εξ αυτών να αφορούν άμεσες θέσεις εργασίας.
Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί πως η έλλειψη ενιαίας επιστημονικής μεθοδολογικής προσέγγισης, αλλά και επιλογής των κατάλληλων οικονομικών μεγεθών προς μέτρηση δημιουργεί περιορισμένα σημεία σύγκρισης των συμπερασμάτων των εν λόγω μελετών.
Στη έρευνα πραγματοποιούνται σενάρια για την ανάπτυξη των μαρίνων. Η έστω και μερική κατασκευή των θέσεων ελλιμενισμού που έχουν ήδη χωροθετηθεί αλλά λιμνάζουν εδώ και πολλά χρόνια μπορεί να αποδώσει σημαντικά έσοδα στην εθνική οικονομία ενώ θα συνεισφέρει θετικά και στην απασχόληση. Η επίπτωση στην απασχόληση και στα δύο σενάρια που εξετάστηκαν θα μπορούσε να είναι ακόμα μεγαλύτερη αν συνυπολογίζονταν και οι έμμεσες θέσεις εργασίες που δημιουργούνται ως αποτέλεσμα της επανακυκλοφορίας του χρήματος που δημιουργούν οι άμεσες επιπτώσεις στην εθνική οικονομία.
Στο αισιόδοξο σενάριο η χώρα θα μπορούσε να αναμένει έσοδα €330 εκατ. σε ετήσια βάση, αρχής γενομένης το 2030 όταν πλέον θα ολοκληρωθεί η κατασκευή του συνόλου των θέσεων ελλιμενισμού. Στο βέλτιστο σενάριο τα έσοδα εκτινάσσονται στα €600 εκατ. περίπου σε ετήσια βάση, από το 2030 και έπειτα. Είναι εύλογο να τεθεί το ερώτημα της βέλτιστης κατανομής αυτών των ωφελειών στις διάφορες περιφέρειες της χώρας και ιδιαίτερα στις λιγότερο ανεπτυγμένες.
Προς την κατεύθυνση αυτή είναι σημαντική η χωρική κατανομή των νέων θέσεων ελλιμενισμού στη βάση και των συμπερασμάτων της Ενότητας 2 περί του δικτύου των τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων. Η ανάληψη πρωτοβουλιών τόσο σε κεντρικό (επίπεδο σχεδιασμού στρατηγικής και πολιτικής) όσο και σε τοπικό επίπεδο για την προώθηση της κατασκευής τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων, πολλές εκ των οποίων έχουν χωροθετηθεί εδώ και δεκαετίες αλλά δεν έχει γίνει η παραμικρή μετέπειτα κίνηση προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία κατασκευής τους, είναι σε θέση να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις της περεταίρω ανάπτυξης του κλάδου και το κυριότερο της αύξησης της ελκυστικότητάς του για την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Ιδιαίτερα σε Περιφέρειες με περιορισμένες υποδομές-εργαλεία οικονομικής ανάπτυξης, η κατασκευή και ορθή διαχείριση τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων μπορεί να αποτελέσει πόλο προστιθέμενης αξίας, μία παράμετρος που λήφθηκε υπόψη κατά τον σχεδιασμό του στρατηγικού σχεδίου της Κροατίας αλλά και της Εσθονίας για την ανάπτυξη του κλάδου.
ΕΝΘΕΤΟ
Κατηγορίες σκαφών αναψυχής
Τα σκάφη αναψυχής κατατάσσονται σε διάφορες κατηγορίες βάσει των χαρακτηριστικών τους, όπως για παράδειγμα το μήκος τους, το αν διαθέτουν μηχανή ή όχι, τον τύπο της μηχανής (εσωλέμβια ή εξωλέμβια) και το υλικό κατασκευής τους (φουσκωτό, πολυεστερικό, ξύλινο κτλ.). Η ύπαρξη ποικίλων παραγόντων κατηγοριοποίησης των σκαφών αναψυχής δεν διευκολύνει τη διαμόρφωση μίας κοινά αποδεκτής κατάταξης και κατά συνέπεια την τήρηση ενιαίων δεδομένων για την αγορά.
Στην Ελλάδα η νομική κατηγοριοποίηση των σκαφών αναψυχής γίνεται σε ένα πρώτο στάδιο με βάση το μήκος του σκάφους, με το όριο να έχει τεθεί στα 7 μέτρα. Σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου 2743/1998 ως σκάφος αναψυχής νοείται κάθε σκάφος ολικού μήκους άνω των επτά (7) μέτρων, ανεξαρτήτως της ύπαρξης χώρων ενδιαίτησης, κατάλληλο για την εκτέλεση ταξιδιών αναψυχής και περιηγήσεων. Ο Νόμος 4256/2014 συγκεκριμενοποιεί περαιτέρω τις κατηγορίες σκαφών αναψυχής, παρέχοντας τους σχετικούς ορισμούς σύμφωνα με τους οποίους:
• Πλοίο αναψυχής: είναι κάθε σκάφος ολικού μήκους άνω των επτά (7) μέτρων, ιστιοφόρο ή μηχανοκίνητο, το οποίο μπορεί από τη γενική κατασκευή του να χρησιμοποιείται για την εκτέλεση ταξιδιών αναψυχής.
• Ιστιοφόρο πλοίο αναψυχής: είναι το πλοίο αναψυχής το οποίο διαθέτει επαρκή ιστιοφορία ως κύριο μέσο πρόωσης, μπορεί να φέρει μηχανή για βοηθητική πρόωση και, αν είναι επαγγελματικό, πληροί επιπλέον τα κριτήρια τα οποία ορίζονται από τη νομοθεσία.
• Μηχανοκίνητο πλοίο αναψυχής: είναι το πλοίο αναψυχής το οποίο διαθέτει μηχανή ως κύριο μέσο πρόωσης και βοηθητικό μέσο πρόωσης, εάν αυτό απαιτείται.
• Επαγγελματικό πλοίο αναψυχής: είναι το πλοίο αναψυχής μεταφορικής ικανότητας έως και σαράντα εννέα (49) επιβατών, το οποίο διαθέτει επαρκείς και κατάλληλους χώρους ενδιαίτησης ειδικά για τους επιβάτες, για την εκμετάλλευση του οποίου συνάπτεται σύμβαση ολικής ναύλωσης.
• Ιδιωτικό πλοίο αναψυχής: είναι το πλοίο αναψυχής το οποίο δεν είναι επαγγελματικό.
• Μικρό σκάφος: είναι κάθε σκάφος ολικού μήκους έως και επτά (7) μέτρων, ιστιοφόρο ή μηχανοκίνητο.
• Επαγγελματικό τουριστικό ημερόπλοιο: είναι το μικρό σκάφος ή το πλοίο αναψυχής ή το επιβατηγό τουριστικό πλοίο, το οποίο εκτελεί ημερήσιο θαλάσσιο ταξίδι όπως ορίζεται στη νομοθεσία.
Είναι εμφανής από τα ανωτέρω η απουσία μίας ενιαίας προσέγγισης στο θέμα της κατηγοριοποίησης των σκαφών αναψυχής, γεγονός που δυσχεραίνει το έργο της καταγραφής, τήρησης και ανάλυσης δεδομένων που αφορούν την αγορά του yachting. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ζήτημα γίνεται πιο περίπλοκο από το γεγονός ότι δεν έχουν όλα τα κράτη-μέλη ένα κεντρικό και υποχρεωτικό σύστημα εγγραφής και καταχώρησης των σκαφών αναψυχής και ιδιαίτερα των μικρών σε μέγεθος. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να υπάρξει μία συνολική καταγραφή των σκαφών αναψυχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.