Ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης στις αρχές του Μαρτίου εξήγγειλε το άνοιγμα του τουρισμού στις 14 Μαΐου. Όπως τόνισε θα μπορούν να έρθουν στη χώρα μας επισκέπτες που έχουν εμβολιαστεί ή διαθέτουν αρνητικό τεστ. Η είδηση προφανώς και ήχησε ευχάριστα στα αυτιά του ελληνικού τουριστικού κλάδου, ο οποίος έχει υποστεί τεράστιες απώλειες από την πανδημία και πρέπει οπωσδήποτε να δουλέψει φέτος για να περιορίσει έστω τις ζημιές.
Την ίδια ώρα, όμως με τα κρούσματα ημερησίως να έχουν εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα ύψη και το ΕΣΥ να έχει παραλύσει, αδυνατώντας να ανταπεξέλθει πλέον στις ανάγκες, δεν είναι καθόλου λίγοι αυτοί που αντιμετωπίζουν τουλάχιστον με προβληματισμό το θέμα του ανοίγματος του τουρισμού. Σε αυτό συμβάλει και η κακή περσινή εικόνα, οι παλινωδίες που υπήρξαν ως προς τα μέτρα προφύλαξης, κυρίως όμως η εκτόξευση των κρουσμάτων του περασμένο Αύγουστο που σαφώς σχετιζόταν και με το άνοιγμα των συνόρων και τον εισερχόμενο τουρισμό. Η κατάσταση με την πανδημία έφυγε έκτοτε εκτός ελέγχου. Ξενοδοχεία και καταλύματα τήρησαν μεν με ευλάβεια και αυστηρότητα τα υγειονομικά πρωτόκολλα, αλλά δυστυχώς η μεταδοτικότητα του ιού είναι μεγάλη και βέβαια οι επισκέπτες δεν περνούν όλη τη μέρα στο κατάλυμά τους. Κάπου εκεί χάθηκε το παιχνίδι, κυρίως όμως χάθηκε γιατί δεν υπήρξε ένας αυστηρός έλεγχος όλων των τουριστών στις πύλες εισόδου της χώρας.
Για να μην παρεξηγηθούμε ο τουρισμός δεν αντέχει να μείνει κλειστός. Φέτος μάλιστα αναμένεται να λειτουργήσουν πολλές περισσότερες ξενοδοχειακές μονάδες σε σχέση με πέρυσι. Όλοι όσοι ασχολούμαστε με τον τουρισμό θέλουμε να επιστρέψουμε στην ενεργό δράση και να καλύψουμε κατά το δυνατόν το χαμένο έδαφος. Αν όμως αυτό δεν συμβεί με ένα σοβαρό και συγκροτημένο σχέδιο η ζημιά που μπορεί να προκληθεί τόσο στη χώρα, όσο και στο τουριστικό προϊόν μπορεί να είναι πολλή μεγαλύτερη από το όποιο όφελος.
Τα μέτρα που έχουμε ακούσει μέχρι στιγμής είναι τι χαρτιά πρέπει να έχουν οι τουρίστες, είτε αυτό είναι κάποιο πιστοποιητικό ότι έχουν εμβολιαστεί, είτε το αρνητικό τεστ. Παράλληλα οι τουριστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να τηρήσουν με ευλάβεια και πάλι τα υγειονομικά πρωτόκολλα, πράγμα σίγουρο πως θα το πράξουν. Είναι αυτά αρκετά όμως; Η περυσινή εμπειρία μας λέει πως μάλλον όχι.
Το πρώτο πράγμα που επείγει και θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει είναι η επικαιροποίηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων για ξενοδοχεία και τουριστικά καταλύματα, αλλά και για τα λιμάνια που μπορούν να υποδέχονται κρουαζιερόπλοια. Με βάση την περσινή εικόνα είναι σίγουρο πως τα υγειονομικά πρωτόκολλα χρειάζονται επικαιροποίηση, αν αυτή γίνει την τελευταία στιγμή, δεν βοηθάει κανέναν, δεν βοηθάει τις κρατήσεις, δεν βοηθάει τους επαγγελματίες, δεν βοηθάει τελικά την τουριστική κίνηση.
Σήμερα, επιπλέον διαθέτουμε το «όπλο» των rapid tests. Αυτά δεν θα πρέπει να διενεργούνται τυχαία σε κάποιους μόνο τουρίστες, εδώ δεν προσπαθούμε να βγάλουμε κάποιο στατιστικό δείγμα, δεν κάνουμε δημοσκόπηση. Προσπαθούμε να εμποδίσουμε την είσοδο ανθρώπων που νοσούν στη χώρα. Θα πρέπει λοιπόν να ελέγχονται με τεστ όλοι ανεξαιρέτως, ασχέτως του τι χαρτιά μπορεί να διαθέτουν. Ο ΠΟΥ έχει τονίσει πως ακόμη και οι εμβολιασμένοι ναι μεν δεν νοσούν, αλλά μπορούν και μεταδίδουν τη νόσο. Άρα πρέπει να ελέγχονται οι πάντες. Προφανώς η συγκεκριμένη διαδικασία θα εμπεριέχει αναμονή και ταλαιπωρία για τους επισκέπτες, όμως αυτό δεν θα πρέπει να αποτελέσει λόγο για να μην ακολουθηθεί ο έλεγχος των επισκεπτών. Θα ταλαιπωρηθούν μεν για λίγη ώρα περιμένοντας, ταυτόχρονα όμως θα νοιώσουν ασφάλεια και οι ίδιοι. Θα νοιώσει ασφαλής και η ελληνική κοινωνία.
Αν θέλαμε να είμαστε ακόμη καλύτεροι και πιο έτοιμοι η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε φροντίσει να ενισχύσει τις δομές υγείας στους τουριστικούς προορισμούς. Θα έπρεπε να είχε φροντίσει να ενισχύσει το ΕΣΥ συνολικά, κάτι που δυστυχώς δεν το είδαμε και έχουμε φθάσει σήμερα σε αυτή την απελπιστική εικόνα ,τους θανάτους να έχουν πάρει και πάλι την ανιούσα δυστυχώς. Σήμερα με τα νοσοκομεία φρακαρισμένα και τις ΜΕΘ υπερπλήρεις, αν νοσήσουν κάποιοι τουρίστες πού θα μεταφερθούν; Πάμε με την ελπίδα πως τον Μάιο τα πράγματα θα είναι καλύτερα και τα νοσοκομεία θα έχουν αποσυμφορηθεί; Αν ο σχεδιασμός στηρίζεται πάνω στον παράγοντα τύχη δεν προμηνύεται τίποτα καλό, ούτε για τον τουρισμό, ούτε για την πορεία της πανδημίας στη χώρα.
Πρέπει αυτό που δεν κάναμε τόσο καιρό να το κάνουμε έστω και τώρα.
Το επόμενο σημαντικό βήμα είναι ο εμβολιασμός του προσωπικού των ξενοδοχείων, χωρίς φυσικά να ανατραπεί το γενικότερο πρόγραμμα εμβολιασμού ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας και ειδικών αναγκών ,πρέπει να εξασφαλιστούν τα αναγκαία εμβόλια εχτές . Ξενοδοχοϋπάλληλοι, εργαζόμενοι στον επισιτισμό και γενικότερα στον τουρισμό θα πρέπει να έχουν όλοι εμβολιαστεί μέχρι τα τέλη Μαΐου το αργότερο. Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να αισθάνονται και να είναι ασφαλείς, αλλά και να αποτρέπουν με την ανοσία τους την μετάδοση της νόσου από τυχόν κρούσματα, στο οικογενειακό, φιλικό και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.
Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε το οικονομικό σκέλος και τη ζημιά που έχει προκαλέσει η πανδημία στις τουριστικές επιχειρήσεις. Ξενοδοχεία και καταλύματα έρχονται έχοντας πίσω τους μια χρονιά ζημιογόνα, μια χρονιά χωρίς έσοδα σε πολλές περιπτώσεις. Για να μπορέσουν να ανοίξουν, να προσλάβουν εργαζόμενους, να καταβάλλουν το κόστος των υγειονομικών πρωτοκόλλων θα πρέπει να στηριχθούν οικονομικά. Να επεκταθούν τα μέτρα επιδότησης των πάγιων δαπανών. Να επεκταθεί και η επιστρεπτέα προκαταβολή, η οποία για πολλές επιχειρήσεις του κλάδου δεν έχει λειτουργήσει ικανοποιητικά. Να παραταθεί και το μέτρο της αναστολής συμβάσεων εργασίας, καθώς ουδείς γνωρίζει με σιγουριά πότε θα ξεκινήσει η περίοδος υψηλής αιχμής φέτος.
Είναι σημαντικό να γίνουν τα παραπάνω για να μπορέσει να ανοίξει ο τουρισμός με ασφάλεια και να δουλέψει. Είναι σημαντικό να αποφύγουμε να μετατραπεί η Ελλάδα σε ένα απέραντο Μπέργκαμο και να μη θρηνήσουμε εκατόμβες νεκρών. Διότι τότε η όποια σεζόν μικρή σημασία θα έχει πια…