Με επιστολή του προς τους υπουργούς Οικονομικών, κ. Χρήστο Σταϊκούρα, και Ανάπτυξης & Επενδύσεων, κ. Άδωνι Γεωργιάδη, ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου ζητεί ουσιαστικές ενισχύσεις επιχειρήσεων και επαγγελματιών για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων βιωσιμότητας που αντιμετωπίζουν λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.
Ακολουθεί το κείμενο της επιστολής:
«Αξιότιμοι κύριοι,
Όπως γνωρίζετε, η εκδήλωση μιας νέας οικονομικής ύφεσης πρωτοφανούς βεληνεκούς -λόγω της συνεχώς εξελισσόμενης πανδημίας- είναι προ των πυλών. Όλη η κατάσταση κλονίζει συθέμελα τον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας και προκαλεί εκτεταμένα προβλήματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων και της οικονομίας. Ήδη πολλοί είναι εκείνοι που έχουν υποστεί βαρύτατο οικονομικό και κοινωνικό πλήγμα, ενώ πλείστες επιχειρήσεις έχουν αναγκαστεί να διακόψουν τη λειτουργία τους είτε με κρατική εντολή, είτε κατόπιν δικής τους απόφασης, λόγω μηδαμινής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με έρευνες, το 86% των επιχειρήσεων έχει υποστεί οικονομική ζημιά από την αρχή της πανδημίας μέχρι σήμερα, ζημία που επιδεινώνεται μέρα με τη μέρα και αναμένεται να σταθεροποιηθεί σε επίπεδα βαριάς οικονομικής ύφεσης, για όσο διάστημα αφενός η πανδημία καλπάζει και αφετέρου τα προστατευτικά μέτρα κρίνονται εκ του αποτελέσματος παντελώς ανεπαρκή. Ενώ, λοιπόν, στο πλαίσιο αυτό η Πολιτεία έχει λάβει μέτρα ελάφρυνσης επιχειρηματιών και επαγγελματιών, όπως η μείωση του ενοικίου και η κάλυψη μεγάλου μέρους των μισθωμάτων, η χορήγηση επιστρεπτέας προκαταβολής και αποζημιώσεων ειδικού σκοπού, οχτώ (8) στις δέκα (10) επιχειρήσεις δηλώνουν μείωση εσόδων κατά το προηγούμενο διάστημα, ενώ στην πλειοψηφία τους (65%) θεωρούν ότι τα μέτρα που είχαν ληφθεί δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς. Σημαντικότερα μέτρα αυτής της δύσκολης περιόδου αποτέλεσαν κυρίως η επιστρεπτέα προκαταβολή και η αναστολή των συμβάσεων, την ώρα που σημαντικό ποσοστό των επιχειρηματιών (25,6%) δηλώνει ότι εν τέλει δεν αξιοποιήθηκε κανένα εργαλείο από τα παραπάνω. Ειδικότερα, οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις εκδιώκονται με βεβαιότητα από την αγορά, καθότι οι προστατευτικές κυβερνητικές εξαγγελίες δεν επέφεραν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Είναι φανερό ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχει πλήρης και κανονική λειτουργία της αγοράς, καθ’ ον χρόνο διατηρείται σε υψηλά επίπεδα το υφιστάμενο επιδημιολογικό φορτίο. Ωστόσο, τα μέτρα που έχουν ληφθεί από την κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν είναι επαρκή, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων οδεύει με μαθηματική ακρίβεια σε οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση. Το μέγεθος του προβλήματος δεν είναι διόλου αμελητέο, ιδίως δε για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες βρίσκονται σε πρωτοφανή οικονομικό αδιέξοδο. Μέχρι σήμερα, ουδεμία οικονομική ενίσχυση βοήθησε πραγματικά και ουσιαστικά τους πληττόμενους, τη στιγμή που αυτή συνίσταται (από την αρχή της πανδημίας) σε επιφανειακά βοηθήματα που δεν επαρκούν για να καλύψουν μεγάλο μέρος των πάγιων εξόδων και δαπανών μια επιχείρησης. Επιπλέον, η ψυχολογία των πολιτών είναι αρνητικά επηρεασμένη από τον υποχρεωτικό εγκλεισμό και την αναστολή κάθε δραστηριότητας που προϋποθέτει την ανθρώπινη επαφή, γεγονός που ενισχύει σημαντικά τις απόψεις για μακροπρόθεσμη και εντονότατη οικονομική και κοινωνική κρίση.
Δυστυχώς, οι προβλέψεις αυτές δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα που αντιμετωπίζει ο κόσμος του επιχειρείν σήμερα. Το περιθώριο ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια συρρικνώνεται σημαντικά και η ανάκαμψη της οικονομίας θα καθυστερήσει έτι περαιτέρω. Η επιχειρηματική και επαγγελματική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου! Οι μοναδικές εναλλακτικές επιβίωσης που εμφανίζονται πλέον θέτουν ένα και μόνο συγκρουσιακό δίλημμα: θάνατος από COVID-19 ή θάνατος από φτώχεια εν καιρώ δημοκρατίας;
Για το λόγο αυτό και με σκοπό την αποτροπή των ως άνω δυσμενέστατων συνεπειών, παρίσταται επιτακτική η ανάγκη ουσιαστικής οικονομικής ενίσχυσης των επαγγελματιών και επιχειρηματιών, ανεξαρτήτως κλάδου δραστηριότητας, με ταυτόχρονη -βεβαίως- τήρηση αυστηρότατων υγειονομικών μέτρων. Η προστασία της οικονομίας πρέπει να ταχθεί στο πλευρό της προστασίας της ζωής και της υγείας, ειδάλλως οδηγούμεθα με βεβαιότητα σε ολοένα και βαθύτερες οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις που με δυσκολία θα επιλυθούν είτε σε εθνικό είτε σε παγκόσμιο επίπεδο. Γίνεται επίσης σαφές ότι η οικονομική αρωγή στους πληττόμενους κλάδους θα πρέπει να συνίσταται στη χορήγηση σημαντικών ποσών, προκειμένου να καλυφθεί εξ’ ολοκλήρου η ανυπέρβλητη πραγματική ζημία που υπέστη σύσσωμος ο επιχειρηματικός και επαγγελματικός κόσμος.
Ενόψει λοιπόν, της έλλειψης θέσπισης ουσιαστικών προστατευτικών ρυθμίσεων της επιχειρηματικής οικονομίας και διατηρουμένων των υγειονομικών αλλά και οικονομικών συνεπειών της πανδημίας εν γένει για όλα ανεξαιρέτως τα μέλη της κοινωνίας, δέον όπως ληφθεί νομοθετική μέριμνα, προκειμένου για την απαρέγκλιτη τήρηση των υγειονομικών μέτρων με παράλληλη διάσωση της εθνικής οικονομίας, η οποία άλλωστε στηρίζεται στον επιχειρηματικό και επαγγελματικό κλάδο. Ενόψει των φόβων για μελλοντική «Πανδημία Χρέους», και των βάσιμων προβλέψεων για σημαντική συρρίκνωση του παγκόσμιου ΑΕΠ, η ανάκαμψη της αγοράς σε ελεγχόμενο περιβάλλον είναι επιβεβλημένη. Σημειωτέον, δε, ότι σύμφωνα με τις υγειονομικές υποδείξεις των ειδικών κάτι τέτοιο είναι εφικτό, και μάλιστα προτιμότερο από κάθε λογής συνωστισμούς σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους. Τα οριζόντια μέτρα οδηγούν περισσότερο στον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό των οικονομικών παραγόντων της χώρας, παρά στη θεμελιώδη προστασία της οικονομικής ζωής παράλληλα με της υγείας, κατά τρόπο ουσιώδες και αποτελεσματικό.
Συμπερασματικά, κατά την άποψή μας είναι αδήριτη η ανάγκη ουσιαστικής και όχι πλασματικής στήριξης του μεγαλύτερου πυλώνα της εθνικής μας οικονομίας, ήτοι των επιχειρηματιών και επαγγελματιών. Η προστασία τους είναι ζωτικής σημασίας, ιδίως ενόψει των έτι καταστροφικών συνεπειών ενός νέου καθολικού lockdown, που θα θέσει με βεβαιότητα σε άμεσο κίνδυνο την επιβίωσή τους», καταλήγει η επιστολή του προέδρου του ΕΕΑ Γιάννη Χατζηθεδοσίου.