Τούλα Μαρκέτου: «Τα μουσεία ανοίγουν με κλειστά κυλικεία, κλειστά καταστήματα του ΤΑΠΑ, γεγονός που δεν σημαίνει μόνο σοβαρή απώλεια εσόδων για το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά συνεχίζει να δείχνει μια εικόνα εγκατάλειψης και αδιαφορίας»
Τρεις μήνες μετά την επιβολή του lockdown στις πολιτιστικές υποδομές για την αντιμετώπιση του SARS-CoV-2, τα μουσεία της χώρας ανοίγουν ξανά τη Δευτέρα 15 Ιουνίου. Το υπουργείο Πολιτισμού φροντίζει να θυμίσει τις οδηγίες και τους κανόνες που ορίζονται από το υπουργείο Υγείας για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας έτσι όπως προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες κάθε μουσείου. Τήρηση αποστάσεων ασφαλείας στο 1,5 μ. σε εσωτερικούς χώρους και στα 2 μ. σε εξωτερικούς, υποχρεωτική χρήση μασκών, μέγιστος αριθμός επισκεπτών, ασφαλείς διαδρομές περιήγησης και θέασης, εισόδου και εξόδου, όπου είναι εφικτό, και ανάλογοι κανόνες σε πωλητήρια και αναψυκτήρια.
Πανηγυρίζει με την Ακρόπολη κλειστή…
Το υπουργείο δράττεται επίσης της ευκαιρίας να πανηγυρίσει για τον «υποδειγματικό τρόπο» με τον οποίο προηγήθηκε στις 18 Μαΐου το άνοιγμα των αρχαιολογικών χώρων της επικράτειας, αποσιωπώντας το γεγονός ότι η Ακρόπολη, ο κορυφαίος αρχαιολογικός χώρος, όχι μόνο της Ελλάδας, και κηρυγμένο Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, παραμένει κλειστή για τους ανάπηρους επισκέπτες της. Βαφτίζει «υποδειγματικό» το άνοιγμά τους όταν οι φωτογραφίες με αποτυπωμένη την εγκατάλειψη αρχαιολογικών χώρων γύρω από την Ακρόπολη είναι ακόμα νωπές στη μνήμη, με ξερόχορτα να αποτελούν εστίες κινδύνου για πρόκληση πυρκαγιάς δεδομένου ότι εκείνες τις ημέρες οι θερμοκρασίες έφταναν στα όρια του καύσωνα.
Ας μην θυμηθούμε το αλαλούμ με τις οδηγίες που δίνονταν λόγω των θερμοκρασιών, ούτε την καθυστέρηση λήψης μέτρων προστασίας για τους εργαζόμενους του ΥΠΠΟΑ με την έναρξη της καραντίνας.
Η σημασία του δημόσιου χαρακτήρα τους
Η Τούλα Μαρκέτου, πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, θυμάται όμως ένα κομβικό ζήτημα που άνοιξε αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, τον δημόσιο χαρακτήρα των μουσείων, με την επιδιωκόμενη αλλαγή του θεσμικού καθεστώτος τους και τη μετατροπή των δέκα μεγαλύτερων μουσείων της χώρας σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου κατά τα πρότυπα του Μουσείου Ακρόπολης.
Υπογραμμίζοντας ότι «είναι πολύ σημαντικό που τα μουσεία μας ανοίγουν και πάλι μετά τη σκοτεινή περίοδο της καραντίνας λόγω της πανδημίας», η Τ. Μαρκέτου επισημαίνει στην «Αυγή» ότι «είναι ώρα να θυμηθούμε και να θυμίσουμε και να τονίσουμε για ακόμα μια φορά τη σημασία του δημόσιου χαρακτήρα των μουσείων, καθώς πρόκειται για τους χώρους που φυλάσσονται, εκτίθενται, ερμηνεύονται, με τις ενδείξεις προέλευσής τους, και αναδεικνύονται στα μάτια τού κάθε επισκέπτη, εγχώριου ή ξένου, τα κατάλοιπα του υλικού πολιτισμού και της πολιτιστικής κληρονομιάς μας, η διαφύλαξη της οποίας δόθηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία άμα τη ιδρύσει του ελληνικού κράτους».
Εικόνα εγκατάλειψης και αδιαφορίας
Ακόμα και σημειολογικά δεν είναι τυχαίο που το βίντεο του γραφείου Τύπου του υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο συνοδεύει την ανακοίνωση για το άνοιγμα των μουσείων, επιλέγει ως πρώτο να προβάλει το Μουσείο της Ακρόπολης αντί της «ναυαρχίδας» των ελληνικών μουσείων, το Εθνικό Αρχαιολογικό της Αθήνας.
Η πρόεδρος του ΣΕΑ εκφράζει επίσης την ελπίδα ότι «με την τήρηση όλων των κανόνων υγιεινής και τις προσπάθειες που καταβάλλουν εν μέσω ποικίλων δυσκολιών όλοι οι εργαζόμενοι θα εξασφαλίζονται σε όλα τα μουσεία, όπως και στους αρχαιολογικούς χώρους, οι συνθήκες υγιεινής χωρίς προβλήματα διάδοσης του ιού, γεγονός που θα είχε διεθνή αντίκτυπο». Σχολιάζει ωστόσο με νόημα ότι «δεν πρέπει να βλέπουμε τα μουσεία ως χώρους που εξυπηρετούν τη βιομηχανία του τουρισμού, και μάλιστα ενός τουρισμού που ‘ανοίγει’ χωρίς κανένα σχέδιο, αλλά ως χώρους που ανήκουν πρώτα στους κατοίκους του κάθε τόπου και ως τέτοιοι καλό θα ήταν να άνοιγαν, έστω για ένα διάστημα, με ελεύθερη είσοδο για τους κατοίκους της κάθε πόλης που φιλοξενεί μουσείο».
Παράλληλα, επισημαίνει ότι «τα μουσεία ανοίγουν με κλειστά κυλικεία, κλειστά καταστήματα του ΤΑΠΑ, γεγονός που δεν σημαίνει μόνο σοβαρή απώλεια εσόδων για το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά συνεχίζει να δείχνει μια εικόνα εγκατάλειψης και αδιαφορίας».
Η ανάγκη στήριξης με προσωπικό
Τέλος, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου τονίζοντας την «ανάγκη ουσιαστικής ενίσχυσης των δημόσιων μουσείων με δημιουργία τμημάτων προβολής και επικοινωνίας, με την πρόσληψη προσωπικού νέων ειδικοτήτων, με την έγκαιρη και επαρκή πρόσληψη φυλακτικού προσωπικού αλλά και προσωπικού καθαριότητας και όχι κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, όπως γινόταν πάντα και επαναλαμβάνεται σήμερα. Άλλωστε, η λύση των αναθέσεων σε εταιρείες φύλαξης και συνεργεία καθαριότητας είναι αυτονόητο ότι δεν ενδείκνυται για τα μουσεία. Έτσι μόνο είναι βέβαιο ότι θα εξασφαλίσουμε πολλαπλασιαστικά οφέλη σε όλους τους τομείς αντάξια της πολύτιμης πολιτιστικής κληρονομιάς μας και όχι την ευκαιριακή και χωρίς ουσιαστικό σχέδιο προβολή και εξυπηρέτηση της λεγόμενης βιομηχανίας του τουρισμού που η πανδημία κατέδειξε με τον καλύτερο τρόπο πόσο εφήμερη είναι και πόσο εύκολα καταρρέει» επισημαίνει.
πηγη αυγη