Στις 6 Μαρτίου του 1910 οι κολίγοι σ’ όλη τη Θεσσαλία ξεκίνησαν με προορισμό το μεγάλο αγροτικό συλλαλητήριο της Λάρισας με κύριο αίτημα την αναδιανομή της γης.
Με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα (1881) η αγροτική γη πέρασε από τα χέρια Τούρκων προυχόντων σε Έλληνες τσιφλικάδες, χωρίς στην ουσία ν’ αλλάζει τίποτα προς όφελος των κολίγων. Απεναντίας ενώ επί Τουρκοκρατίας, οι τσιφλικάδες απλώς εισέπρατταν μέρος των παραγόμενων προϊόντων, με την αλλαγή του καθεστώτος οι κολίγοι υπέπεσαν σε καθεστώς δουλοπάροικου.
Οι κολίγοι πλέον δεν είχαν δικαιώματα στους κοινόχρηστους χώρους του τσιφλικιού, υποχρεώνονταν να αποδίδουν στο μεγαλοτσιφλικά, ένα μεγάλο μέρος της σοδειάς τους (που μπορεί να έφτανε έως και 75% της παραγωγής), μεγάλο αριθμό των ζώων τους και μεγάλο αριθμό παραγόμενων προϊόντων από αυτά. Πέραν όλων αυτών οι κολίγοι διαβίωναν σε άθλιες συνθήκες και η συμπεριφορά των αφεντάδων τους ήταν βάναυση, ενώ είχαν αξιώσεις στις γυναίκες της οικογένειας.
Κι ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα το αγροτικό ζήτημα είχε κάπως βελτιωθεί, στη Θεσσαλία τα πράγματα ολοένα και χειροτέρευαν. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, αρχίζει να μορφοποιείται ένα αγροτικό κίνημα στη Θεσσαλία, με τους κολίγους να δημιουργούν οργανώσεις που δειλά – δειλά, θέτουν το ζήτημα της αναδιανομής και των απαλλοτριώσεων γης. Κάτι στο οποίο εναντιώνονται απ’ ευθείας πέραν των τσιφλικάδων, και η ελληνική πολιτική ηγεσία και η αστική τάξη. Όμως οι κολίγοι αρχίζουν να διεκδικούν ολοένα και πιο δυναμικά, με μαζικές κινητοποιήσεις, συλλαλητήρια στις μεγάλες πόλεις, ψηφίσματα κλπ. Στις 8 Μαρτίου 1907 δολοφονείται ο Μαρίνος Αντύπας, μετά από ένα μεγάλο αγροτικό συλλαλητήριο, κατ’ εντολή των τσιφλικάδων, κάτι που αντί να κάμψει τους κολίγους καταφέρνει να τους συσπειρώσει ακόμα περισσότερο.
Ο θεσσαλικός κάμπος αρχίζει να βράζει και μέσα στο 1908 οι αγρότες βρίσκονται σε συνεχόμενες κινητοποιήσεις. Το Φεβρουάριο του 1909 γίνεται μεγάλο αγροτικό συλλαλητήριο στην Καρδίτσα και πολλά άλλα μικρότερα στις γύρω περιοχές. Φτάνοντας στο 1910 σε μια ιδιαίτερα οξυμένη συνθήκη, αποφασίζεται το μεγάλο πανθεσσαλικό συλλαλητήριο στη Λάρισα, με αφορμή τη συζήτηση του αγροτικού νομοσχεδίου στη Βουλή.
Στη Λάρισα αρχίζει να συρρέει πλήθος κόσμου από τα γύρω χωριά, χωρίς αρχικά να συναντήσουν ιδιαίτερα προβλήματα. Το κλίμα ήταν ιδιαίτερα ενθουσιώδες, παρότι ο στρατός είχε κινητοποιηθεί από τα μεσάνυχτα, και όπως αποδείχτηκε το κράτος ήταν αποφασισμένο να χτυπήσει με όποια αφορμή, ανεξαρτήτως των προθέσεων των αγροτών.
Στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κιλελέρ, 200 περίπου κολίγοι επιβιβάστηκαν στο τρένο με κατεύθυνση τη Λάρισα, χωρίς να πληρώσουν εισιτήριο. Ο διευθυντής των Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων, Πολίτης, που βρίσκονταν στο τρένο, τους διατάζει να αποβιβαστούν και ενώ πραγματοποιείται η αποβίβαση χωρίς αντίσταση, στη συνέχεια άρχισαν διαπληκτισμοί μεταξύ των κολίγων και του διευθυντή, με τον τελευταίο να τους καθυβρίζει χυδαία. Οι χωρικοί εξοργίστηκαν κι άρχισαν να λιθοβολούν το συρμό, σπάζοντας τα τζάμια των βαγονιών. Το κλίμα θα μπορούσε να είχε εκτονωθεί, αν ο διευθυντής δεν είχε την πρόθεση να δώσει μεγάλες διαστάσεις συνεχίζοντας τις προκλήσεις. Τα αίματα γρήγορα άναψαν, και ο Πολίτης ζήτησε από τον αξιωματικό στρατιωτικής δύναμης, που βρισκόταν στο τρένο και πήγαινε στη Λάρισα για το συλλαλητήριο, να αντιμετωπίσει ένοπλα τους αγρότες. Αυτός με τη σειρά του έδωσε διαταγή στους άντρες του να ανοίξουν πυρ κατά του πλήθους. Δύο από τους αγρότες, έπεσαν νεκροί και πολλοί ακόμα τραυματίστηκαν. Η αμαξοστοιχία απομακρύνθηκε και περνώντας από το σταθμό Τσουλάρ, δε σταμάτησε να επιβιβάσει τους συγκεντρωμένους για το συλλαλητήριο αγρότες, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν έντονα με αποτέλεσμα την εκ νέου διαταγή για ένοπλη απάντηση κατά του πλήθους, δύο επιπλέον νεκρούς και τουλάχιστον δεκαπέντε τραυματίες.
Η είδηση της αιματοχυσίας φτάνει στους συγκεντρωμένους διαδηλωτές στη Λάρισα, πράγμα που τους εξαγριώνει. Ένας νέος γύρος συμπλοκών εξελίσσεται στη Λάρισα, με τις δυνάμεις του στρατού ενισχυμένες με το ιππικό, να πυροβολούν αδιακρίτως. Ωστόσο η καταστολή αυτή τη φορά έδειχνε να μην είναι δυνατή έστω και με τα ένοπλα τμήματα, με αποτέλεσμα να διατάξουν στις μονάδες την κατάπαυση του πυρός και να επιτρέψουν τη συνέχιση του συλλαλητηρίου. Το συλλαλητήριο έγινε πλέον κανονικά κατά τις μεσημεριανές ώρες και κατέληξε σε ψήφισμα στο οποίο ζητούσαν την άμεση ψήφιση του νομοσχεδίου για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και ταυτόχρονα εξέφρασαν τη βαθιά θλίψη τους για την άδικη επίθεση που δέχτηκαν.
Μετά την αιματοχυσία πολλοί αγρότες συνελήφθησαν και προφυλακίστηκαν. Τελικά αθωώθηκαν στο σύνολό τους, άλλοι με βουλεύματα, άλλοι κατόπιν δίκης.
Η εξέγερση του Κιλελέρ ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων σε ολόκληρη τη χώρα και ένα μεγάλο κύμα συμπαράστασης προς τους αγρότες. Πράγμα το οποίο ανάγκασε την κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου το 1911 να πάρει τα πρώτα νομοθετικά μέτρα υπέρ των κολίγων, ενώ μεγάλης έκτασης απαλλοτριώσεις έγιναν το 1923 από την κυβέρνηση του Νικόλαου Πλαστήρα