Στην εκδήλωση Κύκλος Ιδεών έδωσε το παρών ο Γιάννης Ρέτσος και αναφέρθηκε στα τουριστικά έσοδα και τις εκτιμήσεις του, τόσο για το 2022 όσο και για το 2023.
Τα 19 δισ. ευρώ αναμένεται να προσεγγίσουν το 2022 τα τουριστικά έσοδα, υπερβαίνοντας τις επιδόσεις-ρεκόρ του 2019, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννη Ρέτσου, ο οποίος χαρακτήρισε το 2022 έτος υπεραπόδοσης για τον ελληνικό τουρισμό.
«Ο τουρισμός υπεραπέδιδε σε όλη τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης. Ξεκινώντας από το 2012 και μετά μέχρι το 2019, όταν έκανε το απόλυτο ρεκόρ, ο τουρισμός ήταν ο κλάδος της οικονομίας που πήγαινε κόντρα στην πορεία της οικονομίας τα χρόνια εκείνα. Τα δύο χρόνια της πανδημίας ουσιαστικά ανέκοψαν την εξέλιξη και την πορεία του, πράγμα το οποίο ήταν αναπόφευκτο. Ήδη από την περσινή χρονιά βλέπαμε ότι τα πράγματα έχουν μπει σε μια καινούργια, ανοδική πορεία.
Το 2022, παρότι ξεκίνησε δύσκολα, το α’ τρίμηνο είχαμε περιοριστικά μέτρα και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό λόγω COVID, είναι μια χρονιά πάλι υπεραπόδοσης. Εχουμε στοιχεία του 7μήνου από την Τράπεζα της Ελλάδας, όμως μπορώ να σας πω με βεβαιότητα, βλέποντας και τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο πώς εξελίχθηκε και τον Οκτώβριο πώς εξελίσσεται, ότι θα τα φτάσουμε τα έσοδα του 2019 και θα τα ξεπεράσουμε.
Νομίζω τα 18,2 δισ. ευρώ, που ήταν τα έσοδα του 2019, τα έχουμε σίγουρα. Μπορούμε να κινηθούμε μέχρι την περιοχή των 18,8-19 δισ. ευρώ, κάτι το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό αν σκεφτούμε ότι ο φετινός Προϋπολογισμός προέβλεπε το 80% των εσόδων του 2019. Δημιουργείται, λοιπόν, ένα σημαντικό μαξιλάρι», τόνισε ο Γ. Ρέτσος, στο πλαίσιο του συνεδρίου «Η Ελλάδα μετά VI: Εθνική στρατηγική και διεθνής περιδίνηση» του «Κύκλου Ιδεών».
Ο επικεφαλής του ΣΕΤΕ, μάλιστα, τόνισε ότι παρά τις προκλήσεις που αφορούν τις γεωπολιτικές εξελίξεις, την ενεργειακή κρίση και τον υψηλό πληθωρισμό, το 2023 θα είναι μία επίσης θετική χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό. «Προφανώς τα μακροοικονομικά και τα γεωπολιτικά μας δημιουργούν ανησυχίες για την επόμενη χρονιά», επεσήμανε ο Γ. Ρέτσος, λέγοντας πως είναι δεδομένο ότι η αγοραστική δύναμη των βασικών αγορών του ελληνικού τουρισμού, κυρίως των ευρωπαϊκών, θα μειωθεί.
«Η Ελλάδα έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να δημιουργήσει ένα πάρα πολύ ισχυρό τουριστικό brand. Είμαστε πλέον στα 5 σημαντικότερα τουριστικά brands παγκοσμίως. Αυτό σημαίνει ότι στις βασικές αγορές-στόχους και ειδικά στις ευρωπαϊκές αγορές, η Ελλάδα σε επίπεδο επιθυμίας των πολιτών τους να την επισκεφθούν είναι στις θέσεις από 1 έως 3. Αρα, αν πάρουμε σαν δεδομένο ότι του χρόνου θα έχουμε μια μικρότερη δεξαμενή επισκεπτών, συνεπεία του πληθωρισμού, του αυξημένου ενεργειακού κόστους κ.λπ., η Ελλάδα θα είναι στις τρεις πρώτες επιλογές.
Αυτό μας κάνει να αισιοδοξούμε, προφανώς δεν θα είναι εύκολος ο δρόμος, αλλά τηρουμένων των αναλογιών, νομίζω ότι και το 2023 θα είναι μια θετική χρονιά», προσέθεσε.
Αναφερόμενος σε ένα από τα καίρια ζητήματα που απασχόλησαν φέτος τους επιχειρηματίες του κλάδου, την έλλειψη εργαζομένων, ο Γ. Ρέτσος τόνισε ότι η εποχικότητα λειτουργεί παραδοσιακά ανασταλτικά για όσους θέλουν να απασχοληθούν στον τουρισμό.
«Ο τουρισμός είχε μια ιδιαιτερότητα που πάντα αποτελούσε τροχοπέδη για τη δημιουργία καριέρας, την πολύ έντονη εποχικότητα. Σε αυτή την εποχικότητα ήρθαν και τα δύο χρόνια της πανδημίας που ουσιαστικά “έκλεισαν” τη δραστηριότητα, οπότε κυρίως νέοι άνθρωποι, οι οποίοι αναζητούσαν αυτόν τον τρόπο απασχόλησης για κάποιους μήνες του καλοκαιριού, για να συμπληρώσουν εισόδημα, στράφηκαν σε άλλους κλάδους της οικονομίας. Ο τουρισμός επανερχόμενος από τον Ιούλιο-Αύγουστο του 2021, προσπάθησε να ξαναμαζέψει τους ανθρώπους που είχαν φύγει ουσιαστικά με τις ίδιες συνθήκες απασχόλησης. Αυτό ήταν από μόνο του μια τεράστια πρόκληση κι ένα τεράστιο πρόβλημα.
Προφανώς όταν ψάχνεις να βρεις εργαζομένους και δεν υπάρχουν το μισθολογικό είναι ένα ζήτημα, το οποίο όμως, κατά την άποψή μου, το ρυθμίζει η αγορά. Ο μισθός για εμένα είναι το τελευταίο, διότι ήδη από την αγορά ρυθμίζεται και ήδη οι αποδοχές έχουν αυξηθεί πάρα πολύ τα τελευταία δύο χρόνια. Το κυρίαρχο ζήτημα είναι να αμβλύνεις την εποχικότητα, έτσι ώστε ένας άνθρωπος να αισθάνεται ότι έχει περίοδο απασχόλησης στον τουρισμό μεγαλύτερη από τους 4-6 μήνες», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ και στην ανάγκη εμπλουτισμού και μετασχηματισμού του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, επισημαίνοντας ότι το μοντέλο «ήλιος-θάλασσα», που έχει αναδείξει την Ελλάδα ως μία μεγάλη τουριστική δύναμη παγκοσμίως, πρέπει να εξελιχθεί. Μάλιστα, αναφέρθηκε στη διαχείριση προορισμών, εστιάζοντας στις υποδομές. «Το πιο σημαντικό είναι την επόμενη ημέρα να δούμε πώς βελτιώνουμε τις υποδομές των προορισμών, υποδομές που έχουν να κάνουν και με τα δίκτυα κοινής ωφέλειας, τη διαχείριση των σκουπιδιών, τα αποχετευτικά συστήματα και την επάρκεια του νερού. Εξίσου σημαντικό είναι πώς εξελίσσουμε τα προϊόντα μας», υπογράμμισε.