Δεν επετεύχθη τελικά το κλείσιμο της ψαλίδας για την επιβατική κίνηση του αεροδρομίου «Ελ. Βενιζέλος» της Αθήνας. Ο Αύγουστος, που είναι παραδοσιακά ο πιο δυνατός μήνας λόγω τουριστικής κίνησης, έκλεισε με μικρή διαφορά από την αντίστοιχη κίνηση του 2019.
Πιο συγκεκριμένα, η επιβατική κίνηση του Αυγούστου έφτασε τους 2,85 εκατ. επιβάτες, ελάχιστα παραπάνω από τον Ιούλιο και -6,1% σε σχέση με τον Αύγουστο του 2019. Εκείνος ο μήνας αποτελεί άλλωστε και το απόλυτο ρεκόρ για τον ΔΑΑ με 3,03 εκατ. επιβάτες.
Πιο αναλυτικά τώρα, η κίνηση επιβατών εξωτερικού έφτασε τους 1,94 εκατ. επιβάτες και -8,5% σε σχέση με τον Αύγουστο του 2019. Αντίστοιχα η κίνηση επιβατών εσωτερικού έχει πρακτικά “ισοφαρίσει” τα ποσοστά του 2019 καθώς με 909 χιλιάδες επιβάτες ήταν μόλις -0,6% σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό του 2019.
Στο -15,1% το οκτάμηνο
Σε επίπεδο οκταμήνου τώρα το αεροδρόμιο κατάφερε να προσελκύσει 14,66 εκατ. επιβάτες επίδοση μειωμένη κατά 15,1% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2019. Οι επιβάτες εσωτερικού εμφανίσουν καλύτερη ποσοστιαία επίδοση (4,84 εκατ. και -8,8%) σε σχέση με με τους επιβάτες εξωτερικού (9,82 εκατ. και -17,9%).
Σε κάθε περίπτωση αυτό που φαίνεται από τη στατιστική διαμόρφωση του φετινού έτους είναι πως η ψαλίδα κλείνει σημαντικά και η μικρή διαφορά προφανώς οφείλεται σε αγορές που δεν μπορούν να δώσουν στο αεροδρόμιο όπως η κινεζική, η ρωσική και η ουκρανική.
Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως αναφορικά με τους επιβάτες εσωτερικού ανακτήθηκε σχεδόν πλήρως η κίνηση. Σε σχέση με το 2019 έχουμε και την προσθήκη της Sky Express δίπλα στην παντοδύναμη Aegean και δείχνει πως αυτό το δίδυμο λειτουργεί υπέρ της προσέλκυσης επιβατών και της ανάκτησης της εμπιστοσύνης στις αερομεταφορές.
Το σημαντικό κομμάτι της κίνησης που είναι πάντα η κίνηση εξωτερικού δείχνει να ισορροπεί, ωστόσο τον Αύγουστο δεν επετεύχθη ένα περαιτέρω κλείσιμο της ψαλίδας με το 2019.
Παράγοντες των αερομεταφορών σημειώνουν πως από τον Οκτώβριο και μετά θα φανεί αν η τάση επιστροφής των επιβατών συνεχιστεί. Αυτό καθώς υπάρχει η αβεβαιότητα λόγω της ενεργειακής κρίσης που ταλαιπωρεί την Ευρώπη, τον υψηλό πληθωρισμό που «κόβει» εισόδημα και της συνεχιζόμενης αύξησης στις τιμές υλικών.