Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα είμαι εξαιρετικά ολιγόλογος και προσεκτικός στην τοποθέτησή μου. Και αυτό γιατί, ό,τι πω συνιστά αυθεντική δήλωση του νομοθέτη και θα συνεκτιμηθεί στο μέλλον μαζί με το κείμενο της συμφωνίας και της μίας και της άλλης για την προάσπιση των συμφερόντων της χώρας όταν και αν αυτά τεθούν υπό οιανδήποτε κρίση.
Κατά συνέπεια, δε θα παρασυρθώ σε ευρύτερες τοποθετήσεις, δε θ’ απαντήσω σε πολλά τα οποία ελέχθησαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Θα πω μόνο ότι είμαι πάντοτε, διαχρονικά, κατ’ εντολή του Πρωθυπουργού, στη διάθεση των κομμάτων και των συναδέλφων, για εξηγήσεις σε θέματα τα οποία δε μπορούν ν’ αναλύονται σε δημόσιες συνεδριάσεις, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν ενδεχομένως βλαπτικό στα εθνικά συμφέροντα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εισάγει προς ψήφιση δυο συμφωνίες οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Η συμφωνία οριοθέτησης πολλαπλών ζωνών με την Ιταλία, χρησιμοποιεί για όλες τις θαλάσσιες ζώνες που θ’ ανακηρύξουν στο εξής τα δυο κράτη, το ίδιο θαλάσσιο όριο που είχε καθορισθεί βάσει της συμφωνίας του 1977 για την υφαλοκρηπίδα.
Οι διαπραγματεύσεις αυτές είχαν οδηγηθεί κατόπιν σε αδιέξοδο, το οποίο διετηρήθη περίπου μισό αιώνα. Αυτό οφειλόταν στη μη αποδοχή της ιταλικής πλευράς να υπογράψει νέα συμφωνία, εάν δεν κατοχυρώνονταν οι πρακτικές των Ιταλών αλιέων, που μέχρι τώρα ασκούνται ανεμπόδιστα στα διεθνή ύδατα.
Οι πρακτικές αυτές δεν θα επετρέποντο, όταν η χώρα μας επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα από 6 σε 12 ναυτικά μίλια. Ανοίγω μια παρένθεση για να πω ότι επί του σημείου αυτού το οποίο τέθηκε από αρκετούς από τους εισηγητές των κομμάτων, θα έχετε σύντομα σαφή κυβερνητική τοποθέτηση.
Η χώρα μας πάντως, συστηματικά αρνήθηκε ν’ αναγνωρίσει ιστορικά αλιευτικά δικαιώματα των Ιταλών αλιέων. Αρνήθηκε να εισαγάγει οποιαδήποτε σχετική πρόβλεψη περί ιστορικών δικαιωμάτων στο κείμενο της συμφωνίας, όπως ήταν η αρχική ιταλική επιδίωξη.
Επέλεξε και πρότεινε για την επίλυση του ζητήματος, την από κοινού με την Ιταλία αποστολή επιστολής στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή που έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για το θέμα της αλιείας. Με την επιστολή αυτή οι δυο χώρες, η Ελλάδα και η Ιταλία, ζητούν στην επόμενη τροποποίηση του αλιευτικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προβλεφθεί ότι όταν η χώρα μας επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα, συγκεκριμένος αριθμός ιταλικών πλοίων, θα μπορεί ν’ αλιεύει συγκεκριμένες κατηγορίες ειδών, οι οποίες μάλιστα δεν ενδιαφέρουν τους Έλληνες αλιείς.
Αναγνωρίστηκε δηλαδή στην Ιταλία υπό περιορισμούς, δικαίωμα σε δράσεις, στις οποίες προβαίνει όλα αυτά τα χρόνια χωρίς κανέναν περιορισμό. Απ’ την πλευρά της η Ιταλία και εμμέσως αποδεχόμενη την επιστολή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επιβεβαιώνουν το αναφαίρετο δικαίωμα της χώρας μας να επεκτείνει παντού τα χωρικά της ύδατα.
Αυτή η μεθόδευση μαζί με την υπογραφή την ίδια μέρα μιας κοινής δήλωσης για διαβουλεύσεις σε θέματα ισόρροπης και βιώσιμης διαχείρισης θαλασσίων πόρων, επέτρεψε την άρση του αδιεξόδου και την υπογραφή της συμφωνίας.
Έρχομαι τώρα στη συμφωνία με την Αίγυπτο. Η επίτευξη συμφωνίας με την Αίγυπτο έπρεπε ν’ αντιμετωπίσει μεγαλύτερα εμπόδια, ήταν δυσχερέστερη, αφού αυτή τη φορά οι δυο χώρες έπρεπε να συμφωνήσουν για πρώτη φορά στην οριοθέτηση της ΑΟΖ τους.
Οι δυο χώρες, συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας, δε συμφωνούσαν σε κοινή προσέγγιση υπολογισμού της μεταξύ τους οριοθετικής γραμμής. Η χώρα μας είχε επίσης ν’ αντιμετωπίσει το γεγονός ότι η Αίγυπτος ήταν δέκτης διαχρονικών πιέσεων εκ μέρους της Τουρκίας για υπογραφή συμφωνίας μαζί της, η οποία θα της απέδιδε η τυχόν συμφωνία με την Τουρκία, πολύ μεγαλύτερο θαλάσσιο χώρο, άνω του 30% απ’ ό,τι μια συμφωνία με την Ελλάδα.
Προοπτική, που όπως πιθανότατα ήδη ξέρετε, υλοποιήθηκε στο παρελθόν σχεδόν μέχρι τελικού σταδίου και είναι κάτι το οποίο ουδόλως θα μπορούσε ν’ αποκλειστεί στο μέλλον, σε περίπτωση μεταβολής του τρέχοντος ισοζυγίου των τουρκοαιγυπτιακών σχέσεων.
Εν πάση περιπτώσει, μετά από 14 γύρους διαπραγματεύσεων, σε διάρκεια 15 και πλέον ετών, στη διάρκεια των οποίων υπεγράφη το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, οι δυο πλευρές, εκτιμώντας τα ζωτικά τους συμφέροντα και τις εξαιρετικές μεταξύ τους σχέσεις, επέλεξαν μια λύση, αμοιβαία επωφελή και πολύ κοντά στους στόχους και των δύο.
Πρόκειται για ένα δίκαιο αποτέλεσμα όπως απαιτείται από τα σχετικά με την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας άρθρα, της σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας. Όπως ορθά παρατηρήθηκε από συναδέλφους, δε γίνεται αναφορά στη συμφωνία, στη μεθοδολογία η οποία ακολουθήθηκε. Και αυτό όπως καταλαβαίνετε, γίνεται επί τούτου.
Η συμφωνία αποτελεί δήλωση βουλήσεως και συμφωνίας βουλήσεως δυο κυρίαρχων κρατών. Ο θαλάσσιος χώρος που αναλογεί στην κάθε χώρα, στην οριοθετηθείσα περιοχή, ανέρχεται σε ποσοστό 45% για την Ελλάδα και 55% για την Αίγυπτο. Είναι πολύ κοντά στ’ αριθμητικά δεδομένα της συμφωνίας με την Ιταλία, όπου τα ποσοστά είναι 46% για την Ελλάδα και 54% για την Ιταλία.
Η συμφωνία προβλέπει ότι τα δυο μέρη προβαίνουν σε μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ τους, με ρητή όμως δέσμευση να ολοκληρωθεί αυτή μελλοντικά. Τόσο ανατολικά του 28ου μεσημβρινού όσο και δυτικά του 26ου, με νέα συμφωνία.
Οι συνέπειες που επιφέρει η συμφωνία αυτή στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο καθώς και στην τουρκική θεώρηση όσον αφορά τα δικαιώματα των κρατών στην περιοχή, εξηγούν απολύτως και το μέγεθος της τουρκικής αντίδρασης στην υπογραφή της. Το «εξηγούν» βεβαίως, δε σημαίνει με κανένα τρόπο ότι δικαιολογούν.
Με τις δυο αυτές συμφωνίες, η χώρα μας για πρώτη φορά αποκτά ΑΟΖ με πλήρη ευθυγράμμιση με το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της θάλασσας. Οι δυο αυτές ζώνες, υπολογίζονται σε 75.837 τετραγωνικά χιλιόμετρα με την Ιταλία και 37.714 με την Αίγυπτο.
Το συνολικό αποτέλεσμα και των δυο συμφωνιών, κρίνεται κατά την κυβέρνηση ως ιδιαίτερα ικανοποιητικό. Συνδυάζει την επέκταση των ζωνών όπου θ’ ασκούνται κυριαρχικά δικαιώματα, με τη νομική κατοχύρωση των πάγιων θέσεων της χώρας μας, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων.
Ενισχύει δε έμπρακτα, σε μια κρίσιμη στιγμή, την εικόνα της χώρας μας ως χώρας, που κινούμενη πάντοτε με γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο, μπορεί και βρίσκει αμοιβαία επωφελείς λύσεις με τους γείτονές της σε εκκρεμή θέματα, προάγοντας την ασφάλεια και την ευημερία στην περιοχή μας.
Δικαιώνεται, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με τον τρόπο αυτό, η πολιτική επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, γι’ αναζήτηση λύσεων σε θέματα οριοθέτησης. Οι συμφωνίες αυτές, συνιστούν στοιχεία ενίσχυσης του εθνικού οπλοστασίου.
Όμως, οφείλω να σας πω ότι, στις δυσχερείς στιγμές που η τουρκική παραβατική ύβρις δημιουργεί για τη χώρα, το απαραίτητο στοιχείο είναι η εθνική ομοψυχία. Αυτή θα επιφέρει τη Νέμεση απέναντι στην τουρκική ύβρη.
Σας ευχαριστώ πολύ.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
Δε θα έπαιρνα το λόγο και δε θα μακρυγορήσω, αλλά ακριβώς για το λόγο που τοποθετήθηκα με τον τρόπο που τοποθετήθηκα, πρέπει να πω δυο πράγματα ακόμη.
Πρώτον: Δεν απέκρυψα από την εθνική αντιπροσωπεία τη μέθοδο ευρέσεως της γραμμής, η μέθοδος ευρέσεως της γραμμής είναι η συνάντηση της βουλήσεως δυο κυριάρχων κρατών. Αυτή είναι.
Συνεπλήρωσα, εάν οποιοδήποτε κόμμα επιθυμεί οποιαδήποτε συζήτηση επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής ευρύτερα ή της συμφωνίας συγκεκριμένα, υπήρξα, είμαι, παραμένω, στην πλήρη διάθεση όπως πάντοτε αυτό το χρόνο. Όμως, το επαναλαμβάνω για τα πρακτικά, η εύρεση της μεθόδου της γραμμής αυτής, δεν υποκρύπτει μέθοδο, αποτελεί τη συνάντηση της βουλήσεως δυο κυριάρχων κρατών, βουλήσεως απολύτου, όπως προβλέπεται.
Οφείλω να πω δε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι ευρισκόμενος στο βήμα της Βουλής αλλά και τοποθετούμενος δημοσίως, δεν διεξάγω πανεπιστημιακό διάλογο περί της επιστήμης του Δικαίου ή του Διεθνούς Δικαίου. Η χώρα έχει επαρκέστατη νομική κάλυψη, νομίζω κορυφαίους νομικούς παγκοσμίως.
Δεν τίθεται εδώ θέμα νομικού φροντιστηρίου ούτε εδώ, ούτε εκτός. Τίθεται θέμα εθνικού συμφέροντος, μου επιτρέπετε να λέω ότι μετράω και το «και». Και μετράω και το κόμμα.
Λέω δε και κάτι δεύτερο το οποίο ετέθη, φαντάζομαι ετέθη ή καθ’ υπερβολήν ή εν πάση περιπτώσει ερωτηματικά, για να το διευκρινίσω, το δέχομαι υπό τη δεύτερη περίπτωση. Βεβαίως, και απολύτως και σύμφωνα με το γράμμα αλλά και με το πνεύμα της συμφωνίας, η χώρα διατηρεί απολύτως το δικαίωμα και την υποχρέωση αν θέλετε επί τη βάσει συγκεκριμένου άρθρου της συμφωνίας με την Αίγυπτο, διαπραγμάτευσης για το υπόλοιπον, και ανατολικά, του 27,59. Διότι δε φτάνουμε στο 28.
Επειδή δε, από ορισμένους συναδέλφους, φαντάζομαι από αντιπολιτευτικό οίστρο που ειλικρινώς τον αντιλαμβάνομαι, υπήρξα κι εγώ Βουλευτής της αντιπολίτευσης πάρα πολλές φορές, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, το καταλαβαίνω, όμως παρακαλώ, μην κατηγορείτε τη συμφωνία που σταμάτησε στον 27,59.
Αναζητήστε όσοι το θέσατε, επί ποίας βάσης διαπραγματευόταν η δική σας κυβέρνηση. Γιατί διαπραγματευόταν ακριβώς επ’ αυτής. Εγώ δεν πρόκειται να έρθω εδώ και ν’ αποχαρακτηρίζω απόρρητα κείμενα και έγγραφα και να τα ‘πετώ’ στην εθνική αντιπροσωπεία. Δεν επιτρέπεται να γίνει αυτό το πράγμα.
Αλλά σας παρακαλώ, να γίνει σαφές ότι υπάρχει ενιαία εθνική θέση των ανθρώπων που προσλαμβάνουν τα πράγματα μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο προάσπισης του εθνικού συμφέροντος, βεβαίως μέσα στις συνθήκες και αναλόγως ενεργούμε όλοι.
Γι’ αυτό και η κατακλείδα περί εθνικής ομονοίας. Όμως, επειδή οφείλω πάντοτε ν’ αναγνωρίζω κατά τον τρόπο που εγώ τα προσλαμβάνω -προς θεού, δεν είμαι κριτής των πάντων- την πραγματικότητα που σήμερα βίωσε η εθνική αντιπροσωπεία, οφείλω για άλλη μια φορά να πω, ότι το πνεύμα το οποίο πρυτάνευσε, είναι πνεύμα αντίληψης της τεράστιας κρισιμότητας των στιγμών.
Αν δείτε τις ανακοινώσεις που κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας προέβη ο εξ ανατολών γείτονας, νομίζω θα καταλάβετε απολύτως κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τί λέω και γιατί τοποθετούμαι έτσι.
Και πάλι κ. Πρόεδρε, μου επιτρέπετε να ευχαριστήσω και εσάς και την Επιτροπή για τον τρόπο διεξαγωγής της συζήτησης.