Τις χαμένες της απώλειες στην πληρότητα βρέθηκε να αναπληρώνει η Αθήνα το 2016 και να επανέρχεται στα επίπεδα του 2008, ωστόσο υπολείπεται σημαντικά σε μέση τιμή δωματίου και σε έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις. Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με τον ανταγωνισμό, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής Αργοσαρωνικού. Για παράδειγμα η Βαρκελώνη, η οποία καταγράφει την ίδια σχεδόν πληρότητα με την Αθήνα, διαθέτει το ξενοδοχειακό δωμάτιο με 139 ευρώ, ενώ η Αθήνα με 94 ευρώ.
Οριακή αύξηση κατέγραψαν στην κίνηση τα ξενοδοχεία της Αθήνας το 2016 στο 1,7% σε σχέση με το 2015 φτάνοντας το 76,2% (έναντι του 74,9% το 2015). Το 5μηνο Φεβρουαρίου – Ιουνίου ήταν καθαρά πτωτικό έναντι του 2015, σε ποσοστά έως και 6,5% τον μήνα Μάιο.
Σχετικά με τις τιμές των ξενοδοχείων, η μέση τιμή δωματίου το 2016 σε σχέση με το 2015, παρουσίασε μικρή αύξηση της τάξης του 4,6%, φτάνοντας τα 94,13 ευρώ το 2016, έναντι 90 ευρώ το 2015, βγάζοντας την Αθήνα από την παγιωμένη επί σειρά ετών τελευταία θέση έναντι των λοιπών πόλεων-ανταγωνιστών της. Ξεπέρασε την Κωνσταντινούπολη, η οποία κατέγραψε απώλειες στην πληρότητα 23,5%, στην μέση τιμή δωματίου 25.1% και στο έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο / RevPar – 42,7%.
Για το 2017, σύμφωνα με τους ξενοδόχους καταγράφονται κοινά σημάδια με την προ ολυμπιακών αγώνων εποχή με νέες επενδύσεις στη πόλη αλλά και στη ξενοδοχια.
Ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής Αργοσαρωνικού Αλέξανδρος Βασιλικός, σημείωσε πως «με τα μέχρι σήμερα δεδομένα διαφαίνεται πως οι αεροπορικές συνδέσεις προς την Αθήνα θα έχουν θετικό πρόσημο και φέτος – αν και είναι σαφές πως δεν θα δούμε τις αυξήσεις των τελευταίων ετών. Πέραν αυτού, δεν υπάρχουν για την Αθήνα δείκτες προκρατήσεων και δεν είναι γνωστή με ακρίβεια η συνολική προσφορά του προορισμού σε κλίνες (όχι σε ξενοδοχειακές αλλά σε λοιπά καταλύματα). Τέλος, η πορεία της Αθήνας θα εξαρτηθεί ξεκάθαρα αφενός από τις γενικότερες συγκυρίες και αφετέρου από την συνολική εικόνα του προορισμού και της χώρας – όπως είδαμε να συμβαίνει και με το πρώτο 5μηνο του 2016».
H Αθήνα είναι προορισμός last minute, βασίζεται κυρίως σε διαδικτυακές κρατήσεις, είτε ενός μηνός πριν το ταξίδι, είτε της τελευταίας στιγμής, σε περιορισμένα groups και φυσικά σε προγραμματισμένα συνέδρια και εκδηλώσεις τα οποία είναι ακόμη λιγοστά. Τα θετικά αποτελέσματα Ιανουαρίου 2017, τα οποία δείχνουν αύξηση έναντι του 2016 της μέσης πληρότητας κατά 7,9%, της μέσης τιμής δωματίου κατά 5,1% και του εσόδου ανά διαθέσιμο δωμάτιο (revPar) κατά 13,4%, ούτε ενδεικτικά είναι, ούτε κατοχυρώνουν αίσθημα ασφάλειας για την πορεία της χρονιάς, καθώς αντίστοιχα και το 2016 ο Ιανουάριος είχε παρουσιαστεί θετικός, αλλά ακολούθησε ένα εντυπωσιακά πτωτικό πεντάμηνο.
Ως θετικό γεγονός μπορεί να εκτιμηθεί η αύξηση του αριθμού των προγραμματισμένων πτήσεων προς το αεροδρόμιο της Αθήνας καθώς υποδηλώνει το ενδιαφέρον της αγοράς. Ωστόσο, για να εξαχθούν σωστά συμπεράσματα για το μέλλον αυτών των πτήσεων θα πρέπει να παρακολουθείται παράλληλα και η πληρότητά τους σε επιβάτες. Αυτό που κυριαρχεί είναι η ανάγκη για σταθερότητα και ηρεμία στην Αθήνα, την Έλλάδα και την ευρύτερη περιοχή προκειμένου να μην διαταραχθούν οι ήδη λεπτές ισορροπίες.
Στα θετικά σημάδια για τον προορισμό, καταγράφεται και η λειτουργία αρκετών νέων ξενοδοχειακών μονάδων, η επαναλειτουργία παλαιοτέρων που είχαν διακόψει τη λειτουργία τους, καθώς και η ανακαίνιση πολλών ξενοδοχείων – σε πείσμα πλήθους φορολογικών και οικονομικών επιβαρύνσεων που αντιμετωπίζει ο κλάδος.
Ο κ.Βασιλικός, χαρακτήρισε “θετικές τις πρωτοβουλίες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και τις συνέργειες που υλοποιήθηκαν συμβάλλοντας στην βελτίωση της διεθνούς εικόνας της πόλης. Παρόλο που οι προσπάθειες αυτές είναι περισσότερες και πιο ποιοτικές από ποτέ, δεν φτάνουν ώστε να χαράξουν μια ξεκάθαρη πορεία για το μέλλον του προορισμού. Δυστυχώς, παραμένουν ασύνδετες μεταξύ τους χωρίς συνολικό σχέδιο. Δεν είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον για την Αθήνα. Αν κοιτάξουμε τα τελευταία 15 χρόνια, θα δούμε πως και πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες επίσης υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον αλλά και επενδύσεις. Τι έγινε όμως στην συνέχεια; Δεν ακολουθήθηκε καμιά απολύτως στρατηγική για την ανάπτυξη της πόλης, με αποτέλεσμα η υπερπροσφορά που δημιουργήθηκε να μην είναι καν βιώσιμη μόλις 4 χρόνια αργότερα. Επειδή βλέπουμε το ίδιο έργο να εξελίσσεται με επιπλέον συστατικό τον αθέμιτο ανταγωνισμό της “γκρίζας οικονομίας”, είναι απόλυτη ανάγκη να υπάρξει ένα συνολικό πλάνο ανάπτυξης του προορισμού”.
Σε ότι αφορά στη δυναμικότητα της Αθήνας, είναι εμφανής η μείωση ξενοδοχειακών δωματίων και κλινών. Βάσει των στοιχείων του ΞΕΕ, ο συνολικός αριθμός των ξενοδοχείων της Αττικής μειώθηκε σε 649 μονάδες το 2016 από τις 669 το 2005, μια μείωση της τάξης του 3%, ενώ την ίδια περίοδο ο αριθμός των δωματίων μειώθηκε κατά 4,3%. Στον Κεντρικό Τομέα της Αθήνας, ο αριθμός των ξενοδοχείων μειώθηκε σε 226 μονάδες το 2016 από 256 το 2005, αντιπροσωπεύοντας μείωση 11,7%. Την ίδια περίοδο ο αριθμός των δωματίων μειώθηκε σε 14.985 ήτοι 9,1%.
Η μεγάλη απόκλιση, μεταξύ των αφίξεων επισκεπτών στο διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας και των αφίξεων στα ξενοδοχεία, οδηγεί σταθερά στο συμπέρασμα ότι οι επισκέπτες που φτάνουν στην Αθήνα διαμένουν και σε άλλου τύπου καταλύματα, τα οποία είτε είναι απλά σπίτια που πολλαπλασιάζονται με γεωμετρική πρόοδο και χωρίς έλεγχο, είτε είναι καταλύματα που αυτοαποκαλούνται και αυτοπροβάλλονται στα site κρατήσεων ως “hotels”, χωρίς να είναι.
“Η ΕΞΑΑΑ, είπε ο Πρόεδρος της, αναγνωρίζει πως η λεγόμενη “οικονομία διαμοιρασμού” και λοιπές νέες μορφές διαμονής ταξιδιωτών αποτελούν μια διεθνούς χαρακτήρα ισχυρή τάση στο ταξίδι, εξακολουθεί ωστόσο να επισημαίνει πως έπρεπε ήδη να έχουν δομηθεί το νομικό, θεσμικό, φορολογικό πλαίσιο και οι προδιαγραφές λειτουργίας, ποιότητας και ελέγχου της προσφοράς αυτών των καταλυμάτων. Δεν επιτρέπεται η Πολιτεία να “καλλιεργεί” φαινόμενα “γκρίζας οικονομίας” και αθέμιτου ανταγωνισμού, μέσω της άκρατης υπερφορολόγησης των ξενοδοχείων από την μια και της προκλητικής εύνοιας στην αντιμετώπιση των νέου τύπου καταλυμάτων από την άλλη”.
Σε ότι αφορά τέλος τα κόκκινα δάνεια των ξενοδοχείων, ο κ. Βασιλικός επεσήμανε πως ο μέσος όρος των μονάδων της πόλης δυσκολεύεται ωστόσο είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από τις μονάδες στην υπόλοιπη Ελλάδα, καθώς οι επενδύσεις που έγιναν ήταν μόνο ανακαίνισης και όχι ανοίγματος και μάλιστα χωρίς επιδότηση. Συγκεκριμένα όπως τονίστηκε την 8ετια 1997-2004 έγιναν στο λεκανοπέδιο επενδύσεις 1.5 δις για την ξενοδοχια, ενώ μόλις τα 50 εκ ήταν οι επιδοτήσεις.